Το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε, 7-8 Μαρτίου 2020, ενόσω ο κόσμος έψαχνε μια δόση αλήθειας στον καταιγισμό πάσης φύσεως πληροφοριών, έγκυρων και άκυρων, που δέχεται σχετικά με την πανδημία (πλέον) του νέου ιού, μια άλλη δραματική στιγμή εξελισσόταν στο παρασκήνιο.
Η κορύφωση της διαμάχης ΟΠΕΚ-Ρωσίας – οι πρώτοι θέλουν να μειώσουν την παραγωγή του αργού προκειμένου να κρατηθεί η τιμή του, οι δεύτεροι αρνούνται – έφερε ως αποτέλεσμα ένα ιστορικό χαμηλό στην τιμή του πετρελαίου, τη χαμηλότερη από το 1991 και τον πρώτο πόλεμο του (Περσικού) Κόλπου.
Με τις εξελίξεις παγκοσμίως να τρέχουν με απρόβλεπτο ρυθμό πίσω από τον κορωνοϊό, η επακόλουθη επιβράδυνση της παγκόσμιας παραγωγής, προεξάρχουσας της Κίνας φυσικά, αλλά και οι περιορισμοί στη μετακίνηση που επιβάλλονται ολοένα και περισσότερο έχουν ως αποτέλεσμα να μειωθεί σημαντικά η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα, άρα να ξεκινήσει ένας κατήφορος στην τιμή του βαρελιού. Η διαφωνία ΟΠΕΚ και Ρωσίας απλά έβαλε το κερασάκι στην τούρτα.
Ακόμη και στην Ελλάδα θα δούμε την τιμή των καυσίμων να πέφτουν κι άλλο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, όσο κι αν η μείωση θα είναι σε επίπεδο σεντς, μιας και πάνω από το 60% της λιανικής τιμής είναι φόροι που, ως γνωστόν, είναι ασυμπίεστοι.
Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια πόσον καιρό θα κρατήσει αυτή η ιστορία, μιας και κρέμεται σε μεγάλο βαθμό από την ουρά του κορωνοϊού που αυτή τη στιγμή οδηγεί τις εξελίξεις.
Με το εμβόλιο πολλούς μήνες μακριά και τις ελπίδες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) να ανατίθενται εν μέρει στην Άνοιξη και το Καλοκαίρι – δηλαδή την ελπίδα πως η εξάπλωση του ιού θα επιβραδυνθεί από την άνοδο της θερμοκρασίας – μια γενική εκτίμηση πως η παρούσα κρίση θα διαρκέσει μήνες και όχι εβδομάδες ακούγεται πιστευτή.
Ένα από τα αποτελέσματα της βύθισης της τιμής του πετρελαίου ήταν οι αντίστοιχα μεγάλες απώλειες που κατέγραψαν πολύ γρήγορα μετοχές βιομηχανιών όπως οι Tesla και General Motors στις ΗΠΑ. Για τους ειδικούς, αυτό φωτογραφίζει ένα άμεσο πλήγμα στον χώρο της ηλεκτροκίνησης.
Αν η θέση της Tesla στο κάδρο είναι ευνόητη, η GΜ βρέθηκε εκεί ακριβώς επειδή θρέφει μεγαλεπήβολα σχέδια για το ηλεκτρικό μέλλον και ποντάρει σε αυτά τη μελλοντική της ανάπτυξη. Μια αρνητική εκτροπή στις βραχυπρόθεσμες προβλέψεις αρκεί, όπως φαίνεται, για να στείλει μια μετοχή σε μπελάδες.
Η φτηνή βενζίνη ακυρώνει μέρος των κινήτρων που συνοδεύουν τα “πράσινα” οχήματα, κάνει τα συμβατικά να μοιάζουν πιο ελκυστικά στους αγοραστές – που εν γένει αγοράζουν με οικονομικά κριτήρια και όχι περιβαλλοντική ευαισθησία – και αυτό βραχυπρόθεσμα απειλεί να βάλει ένα φρένο στην ανάπτυξη όλης της βιομηχανίας που σχετίζεται με την ηλεκτροκίνηση.
Για παράδειγμα, αν αυτή τη στιγμή το μέσο κόστος κατασκευής των μπαταριών για οχήματα μειώνεται περίπου κατά 20% κάθε χρόνο, μπορεί άραγε αυτή η πορεία να ανασχεθεί από την παρούσα κρίση; Κι αν ναι, για πόσο;
Είναι σαφές πως τέτοια εμπόδια είναι σημαντικά ακριβώς επειδή η αγορά αυτή είναι ακόμη σχετικά μικρή, σκοντάφτει εύκολα. Σύμφωνα με την τελευταία πρόβλεψη του Bloomberg New Εnergy Finance, η αγορά ηλεκτρικών οχημάτων για το 2020 θα φτάσει στις 2.4 εκατομμύρια πωλήσεις παγκοσμίως, αντιστοιχώντας στο 4% του συνόλου.
Επιπλέον, ένας επακόλουθος κίνδυνος είναι πολιτικής φύσης. Υπάρχει ανησυχία πως το θέμα της κλιματικής αλλαγής και της πράσινης ενέργειας πέφτει ολοένα και πιο χαμηλά στην ατζέντα των κυβερνήσεων, χάνοντας και από εκεί μέρος της φόρας που μάζευαν τα τελευταία χρόνια.
Στο μεταξύ, ένας αντίλογος βλέπει τις επιδόσεις εταιρειών που ασχολούνται με τα ορυκτά καύσιμα και αντικρύζει ένα μακελειό. Οι μετοχές των εταιρειών του πετρελαϊκού τομέα καταγράφουν επίσης μεγάλες απώλειες και ο οικονομικός Τύπος των ΗΠΑ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για πολλές εταιρείες που επένδυσαν στο fracking και βρίσκονται αντιμέτωπες με προθεσμίες πληρωμών με δυσοίωνες προβλέψεις.
Για κάποιους αυτό το νέο χαμηλό στην τιμή του πετρελαίου θα μπορούσε να αποδειχθεί μοιραίο για πετρελαϊκούς κολοσσούς, επισπεύδοντας την ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης αντί να την εμποδίσει.
Η ευρύτερη εκτίμηση, όπως και η δική μας, είναι πως η πορεία που έχει χαραχθεί δεν αλλάζει, έχουν επενδυθεί πάρα πολλά με σχέδια δεκαετιών μπροστά, θεσμοθετημένα από τα κοινοβούλια πολλών χωρών για να αλλάξει κάτι με πρόσκαιρες διακυμάνσεις του πετρελαίου.
Έπειτα η υπερθέρμανση του πλανήτη δεν θα έχει ανατραπεί σε μερικούς μήνες, η μόλυνση δεν θα εξαφανιστεί, τα ίδια προβλήματα θα μας περιμένουν όταν θα θυμόμαστε “τότε με τον Covid-19” και οι ίδιες ανάγκες θα ωθούν στην εγκατάλειψη των ορυκτών καυσίμων στις μεταφορές.
Η άλλη παράμετρος, ο κορωνοϊός είναι αυτός που μπορεί να ανατρέψει τα πάντα, καθώς η εξέλιξη της πανδημίας επηρεάζει άμεσα τόσο την προσφορά όσο και τη ζήτηση για καύσιμα και μοιραία καθορίζει τις εξελίξεις.
Στο μεταξύ προς το παρόν η παγκόσμια οικονομία κρέμεται από τα χείλη της Κίνας, περιμένει να δει πώς θα εξελιχθεί η επιχειρούμενη επανεκκίνηση της παραγωγής της.
Άλλοι θα περιμένουν παραγγελίες πρώτων υλών και καυσίμων, άλλοι να παραλάβουν τα εξαρτήματα για να ξανανοίξουν τη γραμμή παραγωγής τους, ενώ κάποιοι γιατροί θα αγωνιούν μήπως η “επιστροφή στην κανονικότητα” ανατραπεί με νέα έξαρση του ιού στα ίδια μέρη.
Γιατί τότε δεν θα μιλάμε πια για μερικούς μήνες και μετά όποιος αντέξει στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία.