Όπως όλοι γνωρίζουμε, στην Ελλάδα η διήθηση, η κίνηση δηλαδή των δικύκλων ανάμεσα στις διαχωριστικές λωρίδες, παρόλο που εφαρμόζεται από όλους τους αναβάτες, τυπικά -νομικά- απαγορεύεται από τον Κ.Ο.Κ. (Άρθρο 16 παράγραφος 3). Τώρα, σε ατύχημα αναβάτισσας, ο Άρειος Πάγος αποφάνθηκε πως σε περίπτωση ατυχήματος κατά τη διήθηση, το φταίξιμο είναι του αναβάτη, και δεν δικαιούται αποζημίωση σε τραυματισμό.
Να πούμε την αλήθεια, η απόφαση του Αρείου Πάγου δεν μας κάνει καμία εντύπωση. Εντύπωση μας κάνει αντίθετα η επιμονή της αναβάτισσας να κινηθεί νομικά εναντίον του οδηγού της νταλίκας. Είτε δεν γνώριζε πως η ίδια οδηγούσε παράνομα -όπως κάνουμε οι περισσότεροι καθημερινά, μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας- είτε οι δικηγόροι της είχαν μια φρούδα ελπίδα πως για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο θα κατάφερναν να αντιπαρέλθουν τις διατάξεις του Κ.Ο.Κ. στο δικαστήριο. Δεν τα κατάφεραν.
Κι επειδή το πρωτογενές αστυνομικό ρεπορτάζ δεν είναι ειδικότητα μας, ας δούμε την αναφορά του Πρώτου Θέματος στο συγκεκριμένο συμβάν και στη δικαστική απόφαση.
"Το Ανώτατο Πολιτικό Δικαστήριο το απασχόλησε υπόθεση γυναίκας οδηγού μηχανής η οποία κινήτο επί της διαχωριστικής γραμμής του δρόμου και επιχείρησε να περάσει μεταξύ αυτοκίνητου και νταλίκας 18,5 μέτρων, με αποτέλεσμα να σφηνωθεί και να πέσει στο οδόστρωμα, όπου της πάτησε το αριστερό χέρι η νταλίκα
Δεν επιτρέπεται τα μηχανάκια να κινούνται ανάμεσα στις διαχωριστικές λωρίδες κυκλοφορίας των οχημάτων
Σύμφωνα με τον Άρειο Πάγο, μόνο οι οδηγοί των δικύκλων (μηχανάκια) που κινούνται μεταξύ των διακεκομμένων διαχωριστικών λωρίδων κυκλοφορίας ευθύνονται για πιθανό τροχαίο συμβάν και όχι τα αυτοκίνητα που κινούνται μέσα στο χώρο των λωρίδων κυκλοφορίας.
Το Ανώτατο Πολιτικό Δικαστήριο το απασχόλησε υπόθεση γυναίκας οδηγού μηχανής η οποία κινήτο επί της διαχωριστικής γραμμής του δρόμου και επιχείρησε να περάσει μεταξύ αυτοκίνητου και νταλίκας 18,5 μέτρων, με αποτέλεσμα να σφηνωθεί και να πέσει στο οδόστρωμα, όπου της πάτησε το αριστερό χέρι η νταλίκα.
Η οδηγός είχε πέσει σε μποτιλιάρισμα πάνω αερογέφυρα (μονής κυκλοφορίας) και ενώ ήταν στο σημείο της κατωφέρειας, δηλαδή προς το τέλος της αερογέφυρας, όλα τα αυτοκίνητα εκινούντο με πολύ μικρή ταχύτητα, σχεδόν σημειωτόν.
Σε κάποια χρονική στιγμή τα αυτοκίνητα είχαν σχεδόν ακινητοποιηθεί λόγω του μποτιλιαρίσματος και ενώ μπροστά της υπήρχε ένα ΙΧ αυτοκίνητο και στην αριστερή λωρίδα κυκλοφορίας, ήταν μια νταλίκα μήκους 18,5 μέτρων περίπου, η οδηγός της μηχανής επιχείρησε, «ανεπίτρεπτα, παράνομα και αντικανονικά εν όψει του ότι στο σημείο εκείνο της οδού η κυκλοφορία των οχημάτων διεξάγεται μόνο σε στοίχους», όπως αναφέρει η αρεοπαγιτική απόφαση, να περάσει ανάμεσα στα δύο αυτά οχήματα, προκειμένου «να προπορευθεί και εν τέλει να διανύσει όσο μεγαλύτερη απόσταση μπορούσε επί της οδού».
Στην προσπάθειά της αυτή όμως, λόγω «του ελαχίστου διαθεσίμου χώρου μεταξύ των δύο οχημάτων αλλά και λόγω αδέξιου χειρισμού της η μοτοσυκλέτα προσέκρουσε αρχικά στην πίσω αριστερή πλευρά του ΙΧ αυτοκινήτου και στη συνέχεια παρεξέκλινε ελαφρώς αριστερά, λόγω της αντίστασης που συνάντησε κατά την πρόσκρουσή της στο αυτοκίνητο, προς το ευρισκόμενο εντός της λωρίδας κυκλοφορίας του φορτηγό, που εν τω μεταξύ ξεκινούσε, ύστερα από προσωρινή (λόγω πυκνής κίνησης) ακινητοποίησή του, με αποτέλεσμα κυριολεκτικά να εγκλωβιστεί - σφηνώσει η μοτοσυκλέτα μεταξύ των δύο αυτών οχημάτων (φορτηγού και ΙΧ αυτοκινήτου)».
Η οδηγός της μηχανής έπεσε στο οδόστρωμα μεταξύ των δύο λωρίδων κυκλοφορίας με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά στο αριστερό της χέρι «λόγω της διέλευσης από πάνω του πίσω δεξιού τροχού του με χαμηλή ταχύτητα, κινουμένης νταλίκας» και να προκληθούν υλικές ζημιές στη μοτοσυκλέτα.
Κατόπιν αυτών η οδηγός προσέφυγε δικαστικά κατά του ιδιοκτήτη της νταλίκας για την αποκατάσταση της ζημιάς που έπαθε η μηχανή της (την είχε μισή - μισή με τον αδελφό της), κ.λπ. Όμως, στο Εφετείο του Πειραιά έχασε την δικαστική μάχη και άσκησε αναίρεση κατά της απόφαση αυτής στον Άρειο Πάγο, όπου όχι μόνο την έχασε και πάλι, αλλά της επιδικάστηκαν και δικαστικά έξοδα 2.700 ευρώ.
Οι αρεοπαγίτες, απέρριψαν ως αβάσιμη την αίτηση αναίρεσής της, καθώς την θεώρησαν «αποκλειστικά υπαίτια του ατυχήματος και της πρόκλησης του σοβαρού τραυματισμού της και των υλικών ζημιών της μοτοσυκλέτας που οδηγούσε».
Και αυτό γιατί:
«1) ως μέσος συνετός οδηγός όφειλε και μπορούσε να συμμορφωθεί με την υπάρχουσα επί του οδοστρώματος διαγράμμιση που υπεδείκνυε κίνηση οχημάτων σε στοίχους, πλην όμως εκείνη δεν ασκούσε τον έλεγχο και την εποπτεία του οχήματός της ώστε να δύναται σε κάθε στιγμή να εκτελέσει τους απαιτούμενους χειρισμούς (άρθρο 19 ΚΟΚ),
2) επιχείρησε να διενεργήσει παράνομα, αντικανονικά και ανέλεγκτα προσπέραση επί της διακεκομμένης διαχωριστικής γραμμής των λωρίδων κυκλοφορίας, δεν εκινείτο μέσα στα όρια μιας λωρίδας κυκλοφορίας (άρθρο 16 παρ. 3 ΚΟΚ) και
3) εν γένει δεν οδηγούσε με σύνεση και με διαρκώς τεταμένη την προσοχή της, δημιουργώντας έτσι κινδύνους ως προς την κυκλοφορία των οχημάτων και εν γένει των λοιπών χρηστών της οδού (άρθρο 12 ΚΟΚ)».
Σε άλλο σημείο οι αρεοπαγίτες αναφέρουν ότι «η οδική συμπεριφορά της, που αποκλειστικά είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση του τροχαίου ατυχήματος και τον αποτόκων αυτού συνεπειών, του οδηγού του φορτηγού μη βαρυνομένου με συνυπαιτιότητα αφού αυτός εκινείτο σταθερά εντός της λωρίδας κυκλοφορίας του και μάλιστα, αναγκαστικά λόγω της πυκνής κυκλοφορίας, με ελαχίστη ταχύτητα».
Μάλιστα, υπογραμμίζεται στην απόφαση του Αρείου Πάγου ότι το γεγονός ότι η νταλίκα ήταν στην αριστερή αντί της δεξιάς λωρίδας του οδοστρώματος (παράβαση άρθρου 17 του ΚΟΚ) «δεν θεμελιώνει αυτή καθεαυτή υπαιτιότητα του οδηγού αυτής»."
Πηγή: Πρώτο Θέμα