Μετά από μια γεμάτη εικοσαετία σε αυτή τη δουλειά, έφτασε αισίως η ώρα για την πρώτη μου μηχανή του χρόνου. Κυρίες, δεσποινίδες και κύριοι: SWM Superdual X, η μοτοσυκλέτα που ήρθε για να μας θυμίσει μια μεγάλη και ιδιαίτερα αγαπημένη στην Ελλάδα σχολή που δυστυχώς δεν υπάρχει πια.
Μιλάμε για τις μεγάλες on-off, τις μονοκύλινδρες διπλής χρήσης που πριν 15 και 20 χρόνια αποτελούσαν το πρώτο όνειρο κάθε πιτσιρικά, έναν σταθμό απ’ όπου πέρασαν γενιές και γενιές μοτοσυκλετιστών (συν τον υπογράφοντα, εννοείται) πριν ανηφορίσουν προς τριψήφιες ιπποδυνάμεις.
Τα Yamaha ΧΤ, Honda XR, Kawasaki KLX, Suzuki DR, αλλά και η ευρωπαϊκή πτέρυγα των BMW Funduro, ΚΤΜ LC4 και Husqvarna TE της εποχής, με κυβισμούς από 600 cc και πάνω, γέμιζαν τους δρόμους της Ελλάδας την περασμένη δεκαετία και τα δημοφιλέστερα μοντέλα πουλούσαν σε χιλιάδες κομμάτια ετησίως.
Σήμερα αυτή η σχολή έχει πεθάνει, καθώς στη θέση τους ήρθαν οι μεσαίες δικύλινδρες Adventure που μπορούν εξίσου άνετα να τα βάλουν με την αστική ζούγκλα της καθημερινότητας και να ταξιδεύουν το Σαββατοκύριακο δικάβαλα προς οποιονδήποτε προορισμό. Υπό την πίεση των ολοένα και πιο δυσκοίλιων ευρω-προδιαγραφών οι αγορές αναπροσαρμόστηκαν, καθώς οι κατασκευαστές πήραν μιαν απλή και αναμενόμενη απόφαση: ξεχνάμε τα μονοκύλινδρα βαρελότα, πάμε να σπρώξουμε μεγαλομεσαία δικύλινδρα.
Όνομα βαρύ
Η SWM προέρχεται από ένα θρυλικό κομμάτι της Ιταλικής μοτοσυκλετιστικής ιστορίας, πλουτίζοντας το βιογραφικό της με κάμποση χωμάτινη δόξα τις δεκαετίες του 1970 και 80. Χάθηκε από το προσκήνιο κάπου στα μέσα των ‘80ς, υποχωρώντας στην ασυγκράτητη πίεση που άσκησε η Ιαπωνική εισβολή σε όλους τους αγωνιστικούς χώρους, μεταξύ αυτών και στα χώματα.
Η επιστροφή της έγινε το 2014 με τη στήριξη Κινέζικων κεφαλαίων από τη Shineray και την ακόρεστη θέληση του Ampelio Macchi, ενός θρυλικού Ιταλού μηχανικού με θητεία σε Aprilia, Cagiva και Husqvarna.
Με τα κεφάλαια αυτά κατάφερε να αποκτήσει τα δικαιώματα του ονόματος, αλλά και μια πλήρη γραμμή παραγωγής στο Varese η οποία ανήκε στη Husqvarna την εποχή που αυτή είχε εξαγοραστεί και λειτουργούσε υπό τη BMW. Όταν οι Γερμανοί την πούλησαν στην ΚΤΜ η μονάδα αυτή ξέμεινε, καθώς η νέα ιδιοκτήτρια είχε σκοπό να επανεκκινήσει τις Husky με δικά της μοτέρ, όπερ και εγένετο.
Η αναγεννημένη SWM βρέθηκε έτσι με μια έτοιμη γραμμή παραγωγής, τους κινητήρες που τότε παρήγαγε η Husqvarna και όλα τα μηχανήματα και το στοκ εξαρτημάτων που χρειαζόταν για να συνεχίσει να κατασκευάζει.
Η Superdual είναι παιδί εκείνης της εποχής, φορώντας έναν κινητήρα που προέρχεται από τον θρύλο ΤΕ610 της Husqvarna και έκτοτε προσαρμόζεται στις σύγχρονες προδιαγραφές, μοστράροντας πάντα τις κόκκινες κεφαλές που είναι συνώνυμες με τις Husky της BMW εποχής.
Σήμερα δοκιμάζουμε την έκδοση Superdual X, την πραγματική on-off με τροχούς 21-18, ενώ δίπλα της υπάρχει (κατά παραγγελία) και η πιο τουριστάδικη έκδοση Τ, με 19-17 ζάντες και πιο ταξιδιωτικό εξοπλισμό.
Ανοίγοντας το γιοματάρι
Η πρώτη αίσθηση που σου δίνει το Superdual X είναι πραγματικά ένα ταξίδι στον χρόνο. Στενή σιλουέτα, ουδέτερη εργονομία, ψηλή σέλα αλλά με εύκολη πρόσβαση στο έδαφος (σχετικά στενή γαρ) κι ένας μονοκύλινδρος που βρυχάται διακριτικά από κάτω σου, σερβίροντας ροπή με τον μοναδικό του τρόπο, με βαριές πειστικότατες πιστονιές.
Κατά την προσωπική μου άποψη, αυτές οι on-off μοτοσυκλέτες αποτελούν τα ιδανικότερα οχήματα για την καθημερινότητα της πόλης, προσφέροντας ροπάτη απόδοση με σχετικά μικρό βάρος και διαστάσεις που δεν προβληματίζουν στα στενάχωρα του μποτιλιαρίσματος.
Δεν θα διαλυθούν με μια χαζοπτώση, με τις μεγάλες ζάντες και τις ανάλογα ψηλές διαδρομές αναρτήσεων που καταπίνουν τα πάντα δεν θα προσπαθήσουν να σε ξεκάνουν στις λακκούβες, τα πεζοδρόμια και πάσης φύσεως κράσπεδα είναι τόσο εύκολα προσπελάσιμα λες και αποτελούν μέρος του οδοστρώματος, ενώ η ψηλή θέση οδήγησης δίνει άφθονη ορατότητα πάνω από τα τετράτροχα κουβαδάκια.
Το Superdual X κουμπώνει ιδανικά με όλες τις παραπάνω περιγραφές, κάνοντας την κίνηση στην πόλη παιχνιδάκι. Επιπλέον, ο μεγάλος του κινητήρας επιτρέπει γρήγορες επιταχύνσεις και ταχύτητες που κάνουν την κατανάλωση χιλιομέτρων σε ανοικτό δρόμο απροβλημάτιστη.
Έτσι το μενού διευρύνεται με εκδρομικές διαθέσεις, καθώς η μοτοσυκλέτα μπορεί εύκολα να ταξιδεύει ολημερίς με 140 στο κοντέρ, προσφέροντας μια σχετική άνεση στον αναβάτη και με στοιχειώδη προστασία από τον αέρα. Εδώ αποδίδει καρπούς η σέλα που δεν υιοθετεί την ίσια, εντουράδικη λογική, αλλά βάζει τον αναβάτη πιο μέσα.
Κραδασμοί ιδιαίτεροι δεν υπάρχουν, όχι τόσο ώστε να αναδεικνύονται σε πρόβλημα τουλάχιστον, και με μια μέση κατανάλωση που γυροφέρνει τα 6.5 λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα η αυτονομία από το 18λιτρο ρεζερβουάρ μπορεί να φτάσει αρκετά πάνω από τα 200 χιλιόμετρα.
Οι αναρτήσεις του προσφέρουν επαρκείς υδραυλικές αποσβέσεις, διατηρώντας πάντα έναν χαρακτήρα on-off, δηλαδή έχοντας σχετικά μαλακές ρυθμίσεις για να δουλεύουν καλά σε εδάφη με συνεχείς ανωμαλίες. Αυτό σημαίνει απλά πως σε ένα ασφάλτινο στροφιλίκι η μοτοσυκλέτα αναδεικνύει πρωτίστως το άριστο ζύγισμα του πλαισίου της με ουδέτερη συμπεριφορά, στιβαρή αίσθηση και ικανά περιθώρια κλίσης για τα δεδομένα της γεωμετρίας του – βλέπε τροχός 21 ιντσών μπροστά και μεγάλες διαδρομές αναρτήσεων.
Στην ίδια λογική κινούνται και τα φρένα του. Σχεδιασμένα για διπλή χρήση, η δύναμη που βγάζουν είναι παραπάνω από επαρκής και ιδιαιτέρως εύχρηστη στην πόλη, αλλά όταν κληθεί να σταματήσει το Superdual από τριψήφιες ταχύτητες θα χρειαστεί κάμποσα μέτρα. Η προοδευτικότητα που τόσο θα λατρέψεις στο χώμα, απαιτεί τον ανάλογο σεβασμό όταν έχεις φορτώσει το κοντέρ με μεγάλες ενδείξεις.
Στα πολύ θετικά του η δυνατότητα απενεργοποίησης του ABS στον πίσω τροχό, διαδικασία που γίνεται πανεύκολα με έναν επιλογέα στην αριστερή άκρη του τιμονιού και προσφέρει ένα επιπλέον εφόδιο όταν οι ρόδες πατήσουν εκτός ασφάλτου.
Το χώμα είναι ένα πεδίο που ξεκάθαρα ανήκει στον προσανατολισμό της μοτοσυκλέτας και εδώ το SWM δεν απογοητεύει. Στα 169 κιλά στεγνό, δηλαδή πάνω από 180 με το ρεζερβουάρ γεμάτο, είναι κάπως βαρύ για τα δεδομένα των εντούρο, ωστόσο είναι αρκετά καλοστημένο και ζυγισμένο για να βοηθά τον αναβάτη να περνά από παντού.
Δεν είναι η μοτοσυκλέτα που θα πάρεις για να παίζεις με τους φίλους σου με τα καθαρόαιμα, αλλά εκείνη που σε ταξιδέψει σε εκτός δρόμου περιηγήσεις και εξερευνήσεις, ακόμη και φορτωμένο και δικάβαλο. Είναι η πραγματική μονοκύλινδρη Adventure που μας έλειπε εδώ και κάποια χρόνια.
Περί ανταγωνισμού και επιτυχίας
Η σχεδιαστική ηλικία του μοτέρ αυτού το κάνει τόσο διαφορετικό από τις σύγχρονες γενιές μονοκύλινδρων. Σαφέστατα πιο αργόστροφο από κάθε πιο καινούργιο συνάδελφό του, βγάζει στον τροχό πάνω από 47 ίππους και φτάνει στο μέγιστο αυτό επιδεικνύοντας αξιοθαύμαστη γραμμικότητα, όπως έδειξε η ετυμηγορία του δυναμομέτρου της Power House Engineering.
Και κάπου εδώ αναρωτιέμαι ποιος πραγματικά είναι ο ανταγωνισμός αυτής της μοτοσυκλέτας.
Λίγες μοτοσυκλέτες μπορώ να σκεφτώ και ήδη κάποιες εξ αυτών έχουν χαθεί από την Ελλάδα. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τα ΚΤΜ 690 Enduro R ή Husqvarna 701, αλλά πλέον μιλάμε για απογόνους από το βαθύ μέλλον, με 74 ονομαστικά άλογα από τον εξαιρετικά πιο εύστροφο κινητήρα της ΚΤΜ, για ένα βάρος που είναι τουλάχιστον 20 κιλά ελαφρύτερο. Η σύγκριση φαντάζει άδικη, ειδικά με δεδομένο πως ανάμεσα στις δύο μοτοσυκλέτες μεσολάβησαν κάμποσες γενιές τεχνολογικής εξέλιξης - και μια βαρβάτη διαφορά τιμής.
Πιο ευθείες αναμετρήσεις θα μπορούσαν να γίνουν με μοτοσυκλέτες όπως τα παλαί ποτέ BMW F650GS (μετέπειτα G650GS) ή το Yamaha XTZ660 Tenere, αλλά πλέον αυτές δεν διατίθενται στην Ελληνική αγορά των Euro 5, οπότε οι όποιες συγκρίσεις είναι μάλλον μάταιες.
Μετά, οι επόμενες μονοκύλινδρες on-off που συναντάμε βρίσκονται σε μικρότερες κατηγορίες κυβισμού κι έτσι δεν αποτελούν πραγματικά άμεσο ανταγωνισμό.
Με αυτά τα δεδομένα στην πραγματικότητα της αγοράς, δεν είναι κι εύκολο να κρίνει κανείς τα €7.490 που αναγράφει το ταμπελάκι στη βιτρίνα. Αν από τη μια ακούγονται κάπως πολλά για μια μοτοσυκλέτα που κουβαλά κάμποσα σχεδιαστικά χρόνια στην πλάτη της, σκεφτείτε πως υπάρχουν σκουτεράκια 300 κυβικών που ζητούν 6 χιλιάρικα.
Πέραν από ο,τιδήποτε άλλο, το SWM Superdual X αποτελεί μια ολοκληρωμένη πρόταση με συγκεκριμένες ικανότητες που ξεκινούν από την απλή καθημερινότητα και φτάνουν ως το ταξίδι σε κάθε είδους έδαφος.
Ο εξοπλισμός του είναι λιτός και βασικός, μα τα πάντα δουλεύουν σωστά στα πλαίσια που τους ζητείται και αυτό σημαίνει πως ως έχει στη βιτρίνα δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο από λίγη βενζίνη κι όρεξη για εξερευνήσεις.
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Κατασκευαστής | SWM |
Μοντέλο | Superdual X |
Αντιπρόσωπος | Δέλτα Μοτοσυκλέτες |
Τιμή (€) | 7,490 |
Εγγύηση | 2 χρόνια |
Κινητήρας | |
Τύπος | 4Τ, 1K, Υ/Ψ, 2EEK, 4 βαλβίδες |
Κυβισμός (cc) | 600 |
Διάμετρος x διαδρομή (mm) | 100 x 76.4 |
Σχέση συμπίεσης | 12.4:1 |
Τροφοδοσία | Ηλεκτρονικά ελεγχόμενος ψεκασμός |
Εξάτμιση | 2 σε 2 |
Τύπος συμπλέκτη | Υγρός πολύδισκος, υδραυλικός |
Κιβώτιο ταχυτήτων | 6 σχέσεων |
Πλαίσιο | |
Τύπος | Ατσάλινο σωληνωτό |
Μήκος (mm) | 2,240 |
Πλάτος (mm) | 905 |
Υψος (mm) | 1,385 |
Ύψος σέλας (mm) | 898 |
Ίχνος (mm) | 120 |
Γωνία κάστερ (μοίρες) | Δ.Α. |
Μεταξόνιο (mm) | 1,510 |
Βάρος (kg) | 169 (στεγνό) |
Χωρητικότητα ρεζερβουάρ (l) | 18 |
Αναρτήσεις | |
Μπροστά | Ανεστραμμένο τηλεσκοπικό πιρούνι Fast Ace 45 mm, διαδρομή 210 mm, ρύθμιση απόσβεσης επαναφοράς |
Πίσω | Ένα αμορτισέρ Sachs, διαδρομή 220 mm, ρύθμιση προφόρτισης ελατηρίου και απόσβεσης επαναφοράς |
Φρένα | |
Μπροστά | Δίσκος 300 mm, δαγκάνα 2 εμβόλων Brembo, ABS |
Πίσω | Δίσκος 220 mm, δαγκάνα 1 εμβόλου Brembo, ABS |
Ελαστικά | |
Μπροστά | 90/90-21, Metzeler Sahara |
Πίσω | 140/80-18, Metzeler Sahara |
Επιδόσεις | |
Ισχύς εργοστασίου (hp / rpm) | 54 / 7,500 |
Ροπή εργοστασίου (kg.m / rpm) | Δ.Α. |