Του Τάκη Μανιάτη
Επιλέγουμε πάντα τον ‘’διαφορετικό’’ τρόπο για να φτάσουμε στον προορισμό μας. Αυτόν που θα μας οδηγήσει σε μοναδικές απομονωμένες γωνιές της Ελλάδος, προσφέροντας μας πρωτόγνωρα συναισθήματα. Και για να το πετύχουμε στο 100%, επιλέξαμε ένα KTM 1190 Adventure, για να ταξιδέψουμε από την Αθήνα στις Πρέσπες, από χώμα. Σκέφτεστε τίποτα καλύτερο;
Τρόπος διαφυγής
Κάθε φορά που ταξιδεύω σε γνωστές διαδρομές, το ταξίδι είναι διαφορετικό. Θες η διαφορά θερμοκρασίας, εκείνο το συννεφάκι πάνω δεξιά που σου κλείνει το μάτι και ετοιμάζεται να ρίξει βροχή, θες η ομίχλη που μπουκώνει το τοπίο προσφέροντας εικόνες απόμακρων αλπικών τοπίων; Θες κι ο αναβάτης που πυκνώνει με συναισθήματα ρουφώντας τις εικόνες σαν διψασμένο σφουγγάρι, έχοντας να σκεφτεί ‘’αν περάσω αυτό το πεσμένο κομμάτι δρόμου, θα βγαίνει παρακάτω, ή δεν θα μπορώ να γυρίσω;’’ Αυτά, και άλλα πολλά, έρχεται να αυξήσει στο 100% τον δείκτη απόλαυσης, η οδήγηση μίας κορυφαίας μοτοσυκλέτας για τέτοια χρήση. Γιατί μπορεί να συμφωνήσω ότι, αρκεί να έχει δύο ρόδες και ψηλό τιμόνι για να περάσεις καλά, αλλά όταν κινδυνεύεις να αφήσεις το μισό σου λάστιχο στο χώμα οδηγώντας σε αγωνιστικό ρυθμό για 22 χιλιόμετρα μέσα στην Βάλια Κάλντα, τότε η αδρεναλίνη, έχει εγκατασταθεί για τα καλά στον εγκέφαλό σου. Για το KTM 1190 Adventure μιλάμε φυσικά, το οποίο, εξοπλίστηκε με χωμάτινα Metzeler Karoo 3 από το κατάστημα Ρόδαμοτο, και ήταν έτοιμο για το ταξίδι. Λίγα πράγματα, εργαλεία κυρίως, αλλά και κάποια προσωπικά είδη, δεμένα στην ισχυρή σχάρα και στο πίσω τμήμα της σέλας, και φύγαμε για βόλτα.
Από την μία τα χωμάτινα ελαστικά, τα οποία ‘’έπρεπε’’ να αντέξουν μέχρι τις Πρέσπες, από την άλλη ο Χάρης με το BMW HP2 - επίσης με χωμάτινα, που ήρθε παρέα, ξεκινήσαμε νωρίς με ταχύτητες έως 130χ.α.ω., για το Λιδορίκι. Από εκεί, θα μπαίναμε χώμα, για να ανέβουμε την Σαράνταινα και να πέσουμε στο Καρπενήσι. Αφού ανεφοδιαστήκαμε σε καύσιμα, κάναμε τον γύρω της λίμνης, περάσαμε από το Κροκύλειο και πατήσαμε το πρώτο μας χώμα στον δρόμο για την Άμπλιανη. Οδηγώντας στο Βλαχοβούνι, περνάμε την Κερασιά, πατάμε χώμα στο Κριάτσι, περνάμε την Κυδωνιά και επιλέγουμε να κινηθούμε προς την Μανδρινή, από τον Εύηνο ποταμό.
Πέρασμα στην Σαράνταινα
Η διαδρομή εκεί μας δυσκολεύει μιας και τα νερά του ποταμού έχουν παρασύρει τον δρόμο, κι έτσι, περνάμε τρεις φορές κάθετα το ποτάμι, προσέχοντας τις κροκάλες που έχουν πέσει στην κοίτη και ανυπομονούν να μας ρίξουν. Η δροσιά είναι ότι πρέπει μιας και τα πόδια μας μουλιάζουν από το νερό, αλλά δεν μας πειράζει γιατί το θερμόμετρο δείχνει 32 βαθμούς. Συνεχίζουμε στην Άμπλιανη, απ’ όπου ακολουθάμε την διαδρομή για την κορυφή της Σαράνταινας, με τον χωματόδρομο να βρίσκεται σε άριστη κατάσταση. Αφήνουμε πίσω μας τα αλπικά τοπία και ψάχνουμε την διαδρομή για τα Κοκάλια, αλλά ένα σκασμένο λάστιχο στο HP2 μας καθυστερεί. Το επισκευάζουμε και έχοντας πέσει πλέον ο ήλιος, επιλέγουμε να οδηγήσουμε με ασφάλεια στο Γαρδίκι, όπου και διανυκτερεύουμε, αφού γινόμαστε για λίγο μέλη της τοπικής κοινωνίας που “διακοπάρει”.
Το ξημέρωμα μας βρίσκει πνιγμένους στην ομίχλη, με το τοπίο μόνο καλοκαίρι να μην θυμίζει. Η ορατότητα περιορίζεται στα 50 μέτρα, κι εμείς νιώθουμε εκπληκτικά που μπορούμε και το ζούμε αυτό, την ώρα που στην Αθήνα οι θερμοκρασίες αγγίζουν τους 35 βαθμούς κελσίου. Νιώθουμε άνετα με τον εξοπλισμό που φοράμε, οδηγάμε προς τα Καμπιά Σπερχειάδος και επισκεπτόμαστε τον Ηλία και την οικογένειά του, που έχουμε να δούμε καιρό, και ξεκινάμε αργά για την διαδρομή μας. Από εκεί, από άσφαλτο βγαίνουμε κατευθείαν στο Καρπενήσι όπου ανεφοδιαζόμαστε σε βενζίνη και… σαμπρέλες, και επιλέγουμε να κυκλώσουμε το Βελούχι αριστερόστροφα, ανεβαίνοντας από το χιονοδρομικό. Το τοπίο μαγευτικό, το χιονοδρομικό προσφέρει εικόνες άπειρου φυσικού κάλλους το καλοκαίρι, σε αντίθεση με τον χειμώνα που απλά είναι… λευκό. Από την Αγία Τριάδα, κατεβαίνουμε χαμηλά, στον Ταυρωπό ποταμό, και από εκεί, στην Μαυρομάτα απ’ όπου θα γίνει η είσοδος στα Άγραφα. Η διαδρομή που περνάει από εκεί, δείχνει να έχει ταλαιπωρηθεί από τις βροχές, και ένα κομμάτι με πέτρες που μας δυσκολεύει πάντα, τώρα είναι στην χειρότερη μορφή του.
Δυσκολίες στην Νιάλα
Περνώντας τις κορυφές, μετά τα ορεινά περάσματα, αφήνουμε αριστερά μας το χωριό των Αγράφων και συνεχίζουμε ευθεία, για την κορυφή της Νιάλας. Κάθε φορά, η Νιάλα προσφέρει διαφορετικές εικόνες, αλλά κάθε φορά επίσης, είναι αμφίβολο αν θα σου επιτρέψει να την περάσεις. Το αλπικό τοπίο μας αποζημιώνει, αλλά λίγο πριν βγούμε στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, ο δρόμος έχει πέσει. Υπήρχαν αρκετές διάσπαρτες πέτρες μέχρι εκεί, κάτι που μας είχε βάλει σε σκέψεις, αλλά σε εκείνο το σημείο, είχε μείνει μόνο ένα πάτημα για τα ζώα. Αφήνω την μοτοσυκλέτα και περπατάω, και στην επόμενη στροφή, 100 μέτρα μετά, πάλι υπάρχει πρόβλημα.
Ενδεχομένως να περνάγαμε, με αρκετό καθάρισμα, αλλά μιας και, αν γινόταν στραβή, θα μας έβγαζαν από τα βάθη της χαράδρας με ελικόπτερο sinouc, επιλέγουμε την “κουρτίνα δύο” που μας δίνει την πιο ασφαλή επιλογή, και γυρίζουμε προς τα πίσω. Όχι προς τα Άγραφα, αφού ο δρόμος συνδέεται παρακάτω με το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου – ιδανικό μέρος για διανυκτέρευση – και από εκεί, κατεβαίνουμε στο Ανθηρό, και μετά, στα Καλύβια Πεζούλας, στην Λίμνη Πλαστήρα, όπου και πίνουμε τον καφέ μας.
Η συνέχεια θα μας βρει στον δρόμο προς Ελάτη, όπου, αφού περνάμε μία βόλτα από τους καταρράκτες της Παλαιοκαριάς, και αφήνοντας υποσχετική για βουτιά την επόμενη φορά, συνεχίζουμε για Ελάτη. Συναντάμε φίλους στην Ελάτη, τρώμε, βγάζουμε διαδρομή, διανυκτερεύουμε, και είμαστε έτοιμοι για την 3η μέρα της βόλτας. Έχουμε βάλει στόχο να βγάλουμε αρκετά χιλιόμετρα σήμερα, κι έτσι, φεύγουμε νωρίς. Ανεφοδιασμό κάναμε στον δρόμο προς την Ελάτη, μιας και το μικρό βενζινάδικο που βρισκόταν μέσα στο χωριό, έκλεισε.
Από το Βροντερό, μπαίνουμε χώμα και κατευθυνόμαστε προς τα Περτουλιώτικα Λιβάδια, στα οποία ο δρόμος είναι σε αρκετά σημεία απάτητος, και στην συγκεκριμένη διαδρομή που επιλέγουμε, σε ένα σημείο υπάρχει μόνο πέρασμα για μία μοτοσυκλέτα.
Περνάμε με προσοχή, αφήνουμε πίσω τα πανύψηλα έλατα και το γρασίδι, και ακολουθάμε την άσφαλτο προς την Χρυσομηλιά και το Παλαιοχώρι.
Ανάβαση στο Ανήλειο
Εκεί ξεκινάει ξανά το χώμα για μας, και αφού ανεβαίνουμε την Νεράϊδα και την Κοκκινόβρυση, φτάνουμε στα Κονάκια και την Κρανιά, και από εκεί, συνδέουμε μέσω ασφάλτου την Στεφάνη, από την οποία ξεκινάμε ξανά την άνοδο προς τον Μύτικα. Μπαίνουμε ξανά μέσα στα δέντρα, ανεβαίνουμε ξανά ψηλά σε αλπικό τοπίο, και λίγο μετά, συναντάμε το χιονοδρομικό κέντρο του Ανηλείου απ’ όπου, μέσω Κατάρας, φτάνουμε στο Μέτσοβο. Ένα μικρό βενζινάδικο υπάρχει εκεί, στο οποίο ανεφοδιαζόμαστε σε τσουχτερή τιμή, και ξεκινάμε για Βάλια Κάλντα. Η Πίνδος ανοίγεται μπροστά μας.
Η άσφαλτος προς την Μηλιά και τα Γρεβενά, μας χαρίζει ένα απίστευτο τοπίο, μιας και νομίζουμε ότι βρισκόμαστε στα Highlands της Σκωτίας.
Επιλέγουμε την πρώτη είσοδο για Βάλια Κάλντα, και οδηγάμε για δέκα χιλιόμετρα υπό την σκιά των πανύψηλων ελάτων, αλλά ο δρόμος δεν μας τα λέει καλά. Οι πέτρες στην μέση του πλάτους, το γρασίδι, κάποια νεροφαγώματα, μαρτυρούν ότι κάτι δεν πάει καλά. Ωστόσο, συνεχίζουμε, μιας και έχουμε επαναπαυτεί στα “κόκκινα σημάδια” που είναι βαμμένα στις πέτρες. “Ανηφορίζοντας” προς τις Πρέσπες, συναντούσαμε εδώ και μέρες, κόκκινα σημάδια που έδειχναν διαδρομή, με αντίθετη φορά από εμάς. Αφορούσαν έναν 8ήμερο ποδηλατικό αγώνα Mountain με την ονομασία Bike Odyssey, ο οποίος ξεκινούσε από την Λάϊστα, στην Πίνδο, με τερματισμό στην Αμφίκλεια, στον Παρνασσό.
Και αυτοί που σηματοδότησαν την διαδρομή, προφανώς με αυτοκίνητο, θα είχαν περάσει από εκεί σίγουρα. Έλα όμως, που λίγο παρακάτω, ο δρόμος είχε πέσει τουλάχιστον πέντε μέτρα κάτω, και μπορούσε κάποιος να περάσει μόνο με τα πόδια, και το ποδήλατο στα χέρια… Απογοήτευση, αλλά κυρίως, χάσιμου χρόνου. Γυρνάμε ξανά πίσω. Βγαίνουμε ξανά στον κεντρικό δρόμο, και αφήνουμε την άσφαλτο να μας οδηγήσει στην Μηλιά, την οποία περνάμε και μπαίνουμε στο βουνό, από την επόμενη είσοδο.
Οδήγηση στην Βάλια Κάλντα
Ο δρόμος εδώ είναι πολύ πιο καλός, πατημένος, φαίνεται ότι χρησιμοποιείται, άρα ανεβάζουμε ρυθμό. Και για πρώτη φορά, αποφασίζω να οδηγήσω γρήγορα το 1190 Adventure, αφήνοντας τα 150 άλογά του να καλπάσουν στα χώματα της Πίνδου. Σηκώνομαι επιθετικά, οδηγάω λες και έχω μία μεγάλη enduro, κάτω από τα πόδια μου, ανοίγω το γκάζι και νιώθω το λάστιχο να ξηλώνει τον δρόμο. Αφήνω ατελείωτες ροδιές από σπινάρισμα στο έδαφος, το 170άρι Karoo 3 πασχίζει να ελέγξει την δύναμη και η επιτάχυνση έρχεται γρηγορότερα και από το να οδηγώ σε άσφαλτο.
Η μοτοσυκλέτα παραμένει σταθερή ακόμη και στα 140 χ.α.ω. (!!!) που βλέπω στο κοντέρ σε κάποιες ευθείες – πέρσι, με το 1190 Adventure R, στην Πελοπόννησο, έβγαλα και φωτογραφία οδηγώντας για του λόγου το αληθές! Οι αναρτήσεις του καταπίνουν τα πάντα, παρά το ότι είναι οι ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενες, και δεν νιώθω να μου λείπει κάτι. Ούτε ο 19άρης μπροστινός τροχός με προδίδει. Όλα καλά. Εκτός από το πίσω λάστιχο, που έπειτα από 22 χιλιόμετρα “τέρμα γκάζι” και με την ταυτότητα στο στόμα, έχει φτύσει σχεδόν όλα τα τακούνια! Το ύψος των τακουνιών έχει κατέβει επικίνδυνα, οπότε, αλλάζω ρυθμό, κάθομαι χαλαρά στην άνετη σέλα, και οδηγάω ξανά χαλαρά. Για να μην φτάσω με τα “λινά”.
Συνεχίζουμε, με στόχο την Βωβούσα. Φτάνουμε, ξεκουραζόμαστε λίγο, και αρχίζουμε ξανά το ψάξιμο για την να συνδέσουμε με το Δίστρατο, αλλά ο δρόμος έχει πέσει. Γυρνάμε ξανά στην έξοδό μας από την Βάλια Κάλντα, και περνάμε ακριβώς απέναντι, με τον χωματόδρομο να στενεύει, να έχει πολλές διασταυρώσεις, ένα μικρό ποταμάκι που μας δροσίζει ξανά, για να βγούμε τελικά στο Δίστρατο.
Από εκεί, ο δρόμος που οδηγεί στην Σαμαρίνα, και από εκεί στην Φούρκα, στον Σμόλικα και τελικά, στην Δροσοπηγή, είναι καλός απ’ ότι έχουμε μάθει. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: Τα καύσιμα.
Πέρασμα στον Γράμμο
Το βενζινάδικο που βρισκόταν στο Επταχώρι, δεξιά από την Δροσοπηγή, έχει κλείσει, και θα έπρεπε να κατέβουμε ξανά στην Κόνιτσα για καύσιμα, και να γυρίσουμε ξανά πίσω, για να περάσουμε στον Γράμμο. Οπότε, επιλέγουμε άσφαλτο προς την Κόνιτσα, και αφήνουμε τον εαυτό μας να ταξιδέψει στην πανέμορφη διαδρομή, με τις κορφές της Τύμφης να ξανθαίνουν από τον ήλιο που βασιλεύει πάνω τους. Και έχοντας φουλάρει καύσιμα, οδηγάμε μέχρι το Κεφαλοχώρι, όπου μας περιμένει ο ξενώνας της Ναυσικάς, με τα εξαιρετικά μανιτάρια και τα γευστικότατα χόρτα “νάνες”.
Ξυπνάμε νωρίς, έχοντας ξεκουραστεί καλά, τρώμε φρέσκα αυγουλάκια για πρωϊνό και ανηφορίζουμε για το εγκαταλελειμμένο Κεφαλοχώρι, το οποίο βρίσκεται στα δύο χιλιόμετρα από το νέο. Κάποια σπίτια σώζονται ολόκληρα, όπως και το σχολείο και η εκκλησία, άλλα έχουν πέσει και αποτελούν πλέον χαλάσματα. Βρισκόμαστε ήδη στον Γράμμο. Λίγο παραπάνω, ο δρόμος έχει ροδιές από αγροτικά, και λίγη λάσπη, αλλά δεν ζοριζόμαστε. Φτάνουμε στις Αρένες, βγαίνουμε στον “κεντρικό” χωματόδρομο που έρχεται από Αετομιλήτσα, και σταματάμε στην λίμνη για νερό. Τα βατράχια της λίμνης αρχίζουν να παραπονιούνται, μιας και σπάνια κάποιος περνάει από δω. Είμαστε στα 2000 μέτρα, και μπροστά μας, η κορυφή βρίσκεται στα 2.192μ. Ηρεμία. Απίστευτο τοπίο.
Έχουμε χαλαρώσει ξαφνικά, και απολαμβάνουμε δροσιά, θέα, πράσινο, δέντρα, πεντακάθαρο ουρανό. Ένα βήμα πριν τα σύννεφα. Το έδαφος αλλάζει, το χώμα πιο σκούρο, και στις άκρες του δρόμου, στοιβαγμένα ξύλα, έτοιμα να πάρουν το δρόμο για το τζάκι. Για πολλά τζάκια για την ακρίβεια, χιλιάδες. Τόνοι ξύλου βρίσκονται εκεί, αποτέλεσμα δουλειάς μηνών, και προσθέτουν όμως χρώματα στην παλέτα του Γράμμου.
Συνεχίζουμε βόρεια, ακουμπώντας τα σύνορα με την Αλβανία. Από το Τρίλοφο, όπου χαιρετάμε τους φαντάρους και ξαπωσταίνουμε στο ελληνικό φυλάκιο, στο Μονόπυλο, στην Καλή Βρύση, και από εκεί, στην Διποταμιά, στην Ιεροπηγή, παράλληλα με τον καινούριο δρόμο που φτιάχνεται για να ενώσει την Κρυσταλλοπηγή με την Εγνατία, και σε λίγο, κατηφορίζουμε το βουνό, και φτάνουμε στα σύνορα. Mercedes, πολλά, πάρα πολλά, σε κάθε χρώμα και μοντέλο, με αλβανικές πινακίδες. Άλλο αμάξι δεν οδηγάνε αλήθεια;
Στόχος: Το Γριβάδι!
Ξεκινάμε για Πρέσπες. Στρίβουμε στον Κώττα, στο μικρό χωριουδάκι απ’ όπου θα πατήσουμε για τελευταία φορά χώμα. Το τοπίο μας ξαφνιάζει: Χανόμαστε μέσα στις δρυς, ο ήλιος αδυνατεί να προσπελάσει τις φυλωσιές και ξαφνικά βραδιάζει. Οδηγάμε πάνω σε αμμώδες έδαφος – που βρέθηκε εδώ πάνω αυτό! Κατηφορίζουμε και κυκλώνουμε την Μαύρη Ράχη, και ξάφνου, ξεπροβάλλει μπροστά μας η Μικρή Πρέσπα. Σβήνουμε, και χαζεύουμε. Στόχος επετεύχθη!
Οδηγώντας σε άσφαλτο πλέον, αφήνουμε συναντάμε στα αριστερά μας την Μικρή Πρέσπα και τον Άγιο Αχίλλειο, το μικρό νησάκι που βρίσκεται μέσα της, αλλά και την Μεγάλη Πρέσπα, στα δεξιά, η οποία μοιάζει ατελείωτη, σαν θάλασσα.
Και φτάνοντας στους Ψαράδες, στο τριεθνές που σχηματίζεται μέσα στην Μεγάλη Πρέσπα, με ελληνικά, σκοπιανά και αλβανικά μερίδια, σβήνουμε την πείνα μας με τοπικά ψάρια όπς το Γριβάδι, το Τσιρόνι, και ετοιμαζόμαστε για την επιστροφή.
Τέσσερις μέρες μετά, έχοντας “λουφάρει” τις δύο πρώτες μέρες ξεκινώντας αργά, έχοντας οδηγήσει σε απίστευτες διαδρομές, αλπικά σημεία, κορυφογραμμές, λίμνες, ποτάμια, επισκευάζοντας το μπροστινό λάστιχο στο HP2 τρεις φορές (!!), διανύσαμε πάνω από 1100 χιλιόμετρα στον δρόμο μας για τις Πρέσπες. Για την ιστορία, το KTM δεν χρειάστηκε παρά σφίξιμο στην μία βίδα συγκράτησης του μπροστινού φτερού, ενώ εμείς, σαν προνοητικοί, είχαμε στείλει ασφάλτινα ελαστικά (το HP2 ολόκληρους τροχούς motard) στο Motoaction και στον φίλο Νίκο Ζουρνατζή, στην Καστοριά, τα οποία και τοποθετήσαμε όσο πίναμε τον καφέ μας με θέα την λίμνη.
Από κει και πέρα, τα 230 χ.α.ω. σταθερά στο κοντέρ του KTM 1190 Adventure στην Εγνατία οδό, αλλά και η μοναδική του δυνατότητα να πηγαίνει συνεχώς με 150χ.α.ω. αδιαφορώντας για την ποιότητα και σχεδίαση του δρόμου, μας εξέπληξαν. Εμάς, και τους βενζινάδες που γνωρίζαμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα, μέχρι να βάλουμε κόφτη στο γκάζι, και να εναρμονιστούμε με τα λογικά πλαίσιο οδήγησης, ώστε να ταξιδεύουμε μαζί με τον Χάρη και το HP2.
Φωτογραφίες
https://www2.cityrider.gr/makedonia/item/5476-taksidiotiko-athina-prespes-apo-xoma-me-ktm-1190-adventure#sigProId80747f3c95