Μ-οτοσυκλετάρες, με Μ κεφαλαίο!
Η BMW, όπως αναφέραμε και σε προηγούμενα μας άρθρα (εδώ και εδώ), έκανε μια όμορφη εκδήλωση στο αυτοκινητοδρόμιο των Σερρών, παρουσιάζοντας μας τις M 1000 RR και M 1000 R, σε μία ευκαιρία που πιθανόν να μην ξαναέρθει ποτέ. Δεν γίνονται συχνά, παρουσιάσεις τόσο exclusive μοτοσυκλετών, ούτε στην Ελλάδα ούτε και στον κόσμο. Πόσο μάλλον, με την ευκαιρία να τις οδηγήσεις κιόλας!
Όμως, αυτές οι εκδηλώσεις έλκουν τους αναγνώστες, έλκουν τους φίλους της μοτοσυκλέτας, οι οποίοι δεν αρκούνται στο να βλέπουν στατικές φωτογραφίες και να διαβάζουν τα δελτία τύπου, πάντα γεμάτα με… φιλοφρονήσεις. Στο πρόσωπο του οδηγού/συντάκτη/δοκιμαστή, βλέπουν και το δικό τους πρόσωπο, προβάλλουν το όνειρο τους –όπως έκανα και εγώ άλλωστε, στην εφηβεία μου.
Επιτρέπονται τα αγγίγματα παντού
Με την ολοκλήρωση της παρουσίασης των BMW M 1000 RR και M 1000 R, παρουσία του Γ. Δουλγερίδη αλλά και του επικεφαλής της BMW Motorrad Ελλάδος, κ. Andreas Sieben, σειρά είχαν σύντομες οδηγίες ασφαλείας και περιγραφή του οδηγικού κομματιού, από τον Βασίλη Μπούδρο – τον αναβάτη που πήγε Dakar και τερμάτισε, κάνοντας μας όλους υπερήφανους και επίσημο συνεργάτη της BMW. Οι δύο μοτοσυκλέτες βρίσκονταν ήδη στο pit lane, διαθέσιμες στις… ορέξεις μας και είναι προφανές ότι «τα αγγίγματα επιτρέπονται παντού». Μια εξέταση των δύο αριστουργημάτων της BMW δια της οράσεως και της αφής, που αποκαλύπτει ότι η μάρκα δεν έχει κάνει κανέναν συμβιβασμό στην ποιότητα κατασκευής και φινιρίσματος.
Και τα δύο μοντέλα της παρουσίασης, ήταν εξοπλισμένα με το «M Competition» πακέτο εξοπλισμού, που κάνει… κατάχρηση ανθρακονημάτων, σε πάρα πολλά σημεία της μοτοσυκλέτας. Η αίσθηση αυτού του υλικού στα χέρια, παραπέμπει αμέσως σε εξωτικές αγωνιστικές κατασκευές, ακόμα και αν είναι γυαλιστερά βερνικαρισμένο, όπως εδώ. Η οθόνη TFT που έχουν και τα δύο μοντέλα, όπως και οι διακόπτες στο τιμόνι, έρχονται απευθείας από τις BMW παραγωγής και αυτό θα μπορούσε να σχολιαστεί «αρνητικά» από κάποιον πολύ απαιτητικό, όμως η ποιότητα τους δεν δίνει λαβή για περαιτέρω παράπονα. Η σέλα, και στα δύο μοντέλα, αποπνέει αέρα χειροποίητης δημιουργίας, ενώ το τελικό τιτανίου της Akrapovic θα μπορούσε κάλλιστα να είναι… aftermarket και μάλιστα πανάκριβο, αν ήμασταν 20 χρόνια πίσω! Ακουμπάω κάθε χιλιοστό των μοτοσυκλετών θέλοντας να αισθανθώ την υφή του Carbon, το ανάγλυφο λογότυπο της BMW, το billet αλουμίνιο στα πολυάριθμα M performance parts, ακόμα και το hi-tech πλαστικό στα φώτα LED, όσο περιμένω το πρόσταγμα να ξεκινήσουμε την οδήγηση.
Ασύλληπτη τετρακύλινδρη μοτεράκλα!
Ξεκάθαρα και χωρίς καμία αμφιβολία, το πιο δυνατό σημείο των δύο M μοντέλων είναι ο κινητήρας τους, ο οποίος αποδίδει 210 ίππους για το M 1000 R και 212, για το M 1000 RR, μία μικρή διαφορά για την περίσταση που δεν γίνεται απαραίτητα αντιληπτή, πόσο μάλλον όταν έχεις στην διάθεση σου μόλις 7 γύρους, στην πίστα. Αυτό που δεν κρύβεται, όμως, είναι ο τρόπος που ο κινητήρας λειτουργεί και αποδίδει. Κυριολεκτικά «ραπτομηχανή» στο ρελαντί, ακούει στο γκάζι ανεβάζοντας στροφές με τρομακτική ακρίβεια και ομαλότητα, ενώ ο ήχος του προκαλεί ανατριχίλα. Εντός πίστας, η αίσθηση που σου δίνουν οι 210+ ίπποι, είναι απλή: Όπου και αν ανοίξεις το γκάζι, έχεις δύναμη η οποία αποδίδεται με υποδειγματική γραμμικότητα. Κοίτα να δεις, τελικά, που ο τετρακύλινδρος σε σειρά και μάλιστα στην «παραδοσιακή» διάταξη (flatplane και όχι crossplane) ζει και βασιλεύει!
Εννοείται, ότι ο αναβάτης έχει στην διάθεση του τα ηλεκτρονικά βοηθήματα, με το ευρύτατο φάσμα ρυθμίσεων, για να προσαρμόσει την συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας στα μέτρα του – εντός πίστας, η επέμβαση τους φαίνεται μόνο από τα… λαμπάκια, που αναβοσβήνουν θυμίζοντας σου ότι έχεις έναν ηλεκτρονικό μανδύα προστασίας. Θαυμάσια επίσης λειτουργεί το shifter των ταχυτήτων, κάνοντας σε να ξεχάσεις τον συμπλέκτη και διευκολύνοντας την δουλειά σου στην πίστα, όπου πρέπει να συγκεντρωθείς στις γραμμές και στα apex. Η λίστα των βοηθημάτων είναι πραγματικά ατελείωτη, και για τα δύο μοντέλα και θα σας παραπέμπαμε στα αντίστοιχα άρθρα μας, για να διαβάσετε αναλυτικότερα…
Η «γυμνή ομορφία» και το «βραδινό φόρεμα»
Και τα δύο χρειάζονται στην ζωή. Δεν πιστεύω να έχετε αντίρρηση; Τα M 1000 RR και M 1000 R μπορεί να έχουν την ίδια «καρδιά» και αρκετές ομοιότητες, όμως οι διαφορές τους είναι άξιες αναφοράς. Το «γυμνό» M 1000 R φέρει το ειδικό για την περίσταση τιμόνι M, το οποίο είναι πιο «ίσιο» και φαρδύτερο από αυτό της «απλής» S 1000 R, ενώ φορά και αεροδυναμικά βοηθήματα με την μορφή πτερυγίων εμπρός, που συμβάλλουν στην σταθερότητα όταν οι ταχύτητες αυξάνονται και κρατάνε τον εμπρός τροχό στο έδαφος (προσθέτουν έως και 17,4 κιλά κάθετης δύναμης στα 280 χλμ/ώρα). To M 1000 RR έχει το μοναδικής σχεδίασης, πλήρες fairing με την ψηλότερη ζελατίνα, τα καλύμματα εμπρός τροχού που βελτιώνουν ακόμα πιο πολύ την αεροδυναμική στις υψηλές ταχύτητες (προσθέτουν έως και 22,6 κιλά κάθετης δύναμης στον εμπρόσθιο τροχό, στα 300 χλμ/ώρα). Έχουμε και αεραγωγούς ψύξης των φρένων εμπρός, μιας και η τελική του μπορεί να φτάσει τα ασύλληπτα 314 χιλιόμετρα την ώρα (!!), αυξημένα κατά 8 χλμ/ώρα σε σχέση με το προηγούμενο μοντέλο.
Οι διαφορές στην οδήγηση, μεταξύ των μοντέλων, είναι υπαρκτές και ορατές –φυσικά, πρέπει εδώ να αναφέρουμε ξανά, ότι με το στενό χρονικό πλαίσιο μιας τέτοιας παρουσίασης, όποια οδηγική εντύπωση έχει έντονα «ενδεικτικό» χαρακτήρα. Για να ανακαλύψεις περισσότερα, οφείλεις να κάνεις πιο εκτεταμένη χρήση τέτοιων μοτοσυκλετών, μιλάμε για 2 ή και 3 μέρες σερί, στην πίστα.
Στρίβουν με τη σκέψη
Ξεκινώντας από το M 1000 R, το «γυμνό» μοντέλο δεν διστάζει να σου δείξει την ατίθαση πλευρά του χαρακτήρα του, μόλις ξεκινήσεις να ζητάς περισσότερη δύναμη από το γκάζι. Η τελική σχέση μετάδοσης είναι κοντύτερη κατά 2 δόντια πίσω, σε σχέση με το «απλό» S 1000 R, όπως είναι επίσης η 4η, η 5η και η 6η σχέση στο κιβώτιο, με προφανή αποτελέσματα υπέρ της αίσθησης αμεσότητας της αποδιδόμενης ροπής. Μπορείς να αφεθείς στα ηλεκτρονικά και να ανοίγεις γκάζι χωρίς να σε απασχολεί το πόσο, ή εναλλακτικά, μειώνεις ή απενεργοποιείς την παρεμβατικότητα τους και ξεκινάς τα παιχνίδια με την ουρά, παντού και κατά βούληση. Για το M 1000 R προβλέπονται, άλλωστε, και ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενες αναρτήσεις, μαζί με όλα τα άλλα καλά, οπότε ο αναβάτης μπορεί να ρυθμίσει τα πάντα μέσα από την οθόνη του.
Από την άλλη, το M 1000 RR αποπνέει έναν άλλο, πολύ πιο «εξειδικευμένο» αέρα, πολύ πιο σπέσιαλ. Είναι… σαν τρένο. Κρατά ευκολότερα την ισορροπία στην δυναμική του, όπως επίσης και τον… εμπρός τροχό στο έδαφος και σε αυτό παίζουν φυσικά ρόλο, τα τεράστια φτερά εμπρός. Τα κλιπ-ον αντί τιμονιού, σε «μαζεύουν» πίσω από το fairing και σε καλύπτουν καλύτερα από τον αέρα, ο οποίος γίνεται πολύς ήδη από τα 200 και πάνω… Για να ρυθμίσεις το RR, θέλεις κατσαβιδάκι, μιας και οι αναρτήσεις είναι μηχανικά ρυθμιζόμενες, κάτι που αγαπούν όσοι τρέχουν σε πίστες, μια άλλη διεπαφή ανθρώπου και μηχανήματος.
Κοινός παρονομαστής μεταξύ και των δύο μοντέλων, είναι η ευκολία με την οποία αλλάζουν κατεύθυνση. Πραγματικά στρίβουν με την σκέψη. Και σε αυτό, δεν παίζει ρόλο μόνο η γεωμετρία και η συνεργασία πλαισίου-αναρτήσεων, αλλά και οι τροχοί carbon που φορούσαν και τα δύο. Αποκάλυψη! Δεν θυμάμαι ποτέ στην ζωή μου, να οδηγώ μοτοσυκλέτα λίτρου και να καταβάλλω τόσο λίγη προσπάθεια να αλλάξω κατεύθυνση, ειδικά στο πολύ απαιτητικό «εσάκι» K6-K7-K8 στις Σέρρες που δοκιμάζει την φυσική κατάσταση των οδηγών. Σκέψου τώρα να έχεις και το τιμόνι ως επιπλέον μοχλό, στο M 1000 R. Και να μην ξεχάσουμε: Τα κιλά και για τα δύο μοντέλα, είναι κάτω από 200: 199 για το M 1000 R, 192 (!) για το M 1000 RR. Με 210 και κάτι άλογα μοτέρ!
Πολύ καλή εντύπωση μου άφησαν τα φρένα και στις δύο μοτοσυκλέτες: Χαρακτηρίζονται από έντονο, αλλά ελεγχόμενο αρχικό δάγκωμα και πολύ δύναμη, που έρχεται με πολύ μικρή πίεση στην μανέτα του εμπρός φρένου. Τα πίσω φρένα, επίσης αρκετά ισχυρά και για τις δύο μοτοσυκλέτες, συμπληρώνουν ιδανικά το σύνολο πέδησης.
Ήταν λίγο, αλλά (πολύ) δυνατό
Συμπέρασμα; Μα τι να πεις. Θα γράψεις λίγες λέξεις «αντί συμπεράσματος», διότι μια τέτοια μικρή γεύση, απλά σου ανοίγει την όρεξη. Η BMW δεν χρειάζεται συστάσεις, για την συμπεριφορά και την γενικότερη ποιότητα, των μοτοσυκλετών που κατασκευάζει. Τα δύο super-special μοντέλα δρόμου της ανταποκρίνονται στις προσδοκίες μας, ενώ εκδηλώνουν επιτυχώς τον χαρακτήρα τους, το καθένα ξεχωριστά.
Η μεν M 1000 R, είναι έτοιμη για χρήση δρόμου από τον απαιτητικό αναβάτη του Σαββατοκύριακου, με «τα πάντα όλα» πάνω σε επίπεδο εξοπλισμού και μία εμφάνιση που τραβά τα βλέμματα παντού. Από την άλλη, η M 1000 RR είναι ένα super-special αντικείμενο, γεννημένη για (πολύ) σοβαρή χρήση εντός πίστας και έντονη αύρα μοναδικότητας, καθώς δεν μοιάζει με κανένα άλλο superbike αυτή την στιγμή.
Και οι δύο μοτοσυκλέτες αυτές, είναι ανάλογες supercars. Ναι, έχουν το ανάλογο αντίτιμο, αλλά η απόκτηση και η χρήση τους είναι μία ολοκληρωμένη εμπειρία, για τους τυχερούς που έχουν την δυνατότητα να το κάνουν. Τώρα, νιώθω και εγώ τυχερός που πέρασα μια μέρα στην σέλα τους. Όσοι πιστοί, προσέλθετε…
Ευχαριστούμε το Moto Market για το κράνος Airoh GP 550