Αναλογιστείτε αυτό: Ακόμα κι αν είστε λάτρης του ψαξίματος των αναρτήσεων, το ΒΕΛΤΙΣΤΟ setup που μπορείτε να κάνετε αφορά ΕΝΑ μόνο τερέν, ΜΙΑ πίστα, ΕΝΑΝ χαρακτήρα (μαλακές – σκληρές), και μετατρέπεται πανεύκολα στο ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ setup, όταν οι συνθήκες του οδοστρώματος δεν εμπίπτουν σε εκείνες των αρχικών ρυθμίσεων.
Με τις ηλεκτρονικές / ημί-ενεργητικές αναρτήσεις, η μοτοσυκλέτα αλλάζει ακαριαία ρυθμίσεις και πρόσωπα, δημιουργώντας συνεχώς ΝΕΑ ΠΡΟΦΙΛ αποσβέσεων, προσφέροντας εκπληκτικό κράτημα / άνεση / ευστάθεια, κάνοντας τον συντάκτη να… βάζει τα κλάματα, όταν σκέφτεται πως θα πρέπει να επιστρέψει μετά το τεστ σε μοτοσυκλέτες με συμβατικές… απαρχαιωμένες αναρτήσεις.
Για πρώτη φορά με το Tuono κατάλαβα τι σημαίνει ΕΥΡΟΣ ρυθμίσεων σε αναρτήσεις, καθώς οι EC 2.0 άλλαζαν σε εξωπραγματικό βαθμό τη λειτουργία τους σε καθημερινή βάση.
Σημειώστε πως ενώ έχουμε συνηθίσει οι τεχνολογικά προηγμένες λύσεις να κάνουν ντεμπούτο σε Superbike πλατφόρμες, η Aprilia ακολούθησε την αντίθετη οδό, εφαρμόζοντας ΠΡΩΤΑ στο “πολιτικό” (όσο γίνεται να το χαρακτηρίσεις έτσι) Tuono του 2019 τις ημί-ενεργητικές αναρτήσεις Ohlins Smart EC 2.0, και ΚΑΤΟΠΙΝ στο “πολεμικό” RSV4 του 2020!
Η νέα τεχνολογία των Smart EC 2.0 ημί-ενεργητικών αναρτήσεων κάνει εύκολη τη ρύθμιση του πιρουνιού και του αμορτισέρ πίσω με δυο mode λειτουργίας: ημί-ενεργητικό mode και manual mode -το τελευταίο για τους… ρομαντικούς.
Μέσω της επιλογής των τριών Riding Mode (Track, Sport & Road), ο αναβάτης έχει τις ακόλουθες επιλογές, όσον αφορά στις αναρτήσεις.
Στο semi-active mode, την επίβλεψη και διαρκή ρύθμιση των αναρτήσεων αναλαμβάνει το σύστημα EC 2.0, μέσω ενός αλγόριθμου που επεξεργάζεται τα δεδομένα που μεταδίδει η μοτοσυκλέτα σε μια αποκλειστική για αυτή τη λειτουργία ECU, ΣΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΧΡΟΝΟ. Εδώ οι αναρτήσεις ρυθμίζονται διαφορετικά δευτερόλεπτο το δευτερόλεπτο, ανάλογα με τον τύπο της διαδρομής και με το οδηγικό στιλ του αναβάτη! Και από ότι είδαμε στη δοκιμή μας, η Ohlins έχει κάνει εξωπραγματική δουλειά με το σύστημα της.
Στο manual mode, τα 3 Riding Modes παρέχουν ένα σετ προκαθορισμένων ρυθμίσεων ΧΩΡΙΣ ημί-ενεργητική βοήθεια, όπως με τις μηχανικές αναρτήσεις.
Τόσο στην ημί-ενεργητική όσο και στη manual λειτουργία των αναρτήσεων, ο αναβάτης έχει τη δυνατότητα fine-tuning και customizing της λειτουργίας των αναρτήσεων, ανάλογα με το προσωπικό του γούστο.
Για να τρελαθούμε κι άλλο, το σταμπιλιζατέρ της Ohlins ελέγχεται ΚΑΙ ΑΥΤΟ ηλεκτρονικά από το σύστημα Smart EC 2.0, και είναι πλήρως ρυθμιζόμενο από τον αναβάτη.
Οι ρυθμίσεις στις αναρτήσεις γίνονται από τον αναβάτη μέσω του περιβάλλοντος OBTi (Objective Based Tuning Interface) στον TFT πίνακα οργάνων 4.3 ιντσών του Tuono.
Μέσω του OBTi ο αναβάτης μπορεί να ρυθμίσει ξεχωριστά διάφορες παραμέτρους των αναρτήσεων, όπως π.χ. τη λειτουργία τους στο φρενάρισμα ή στην επιτάχυνση, εύκολα και γρήγορα.
Πλούτος προηγμένων τεχνολογικών βοηθημάτων
Η πλατφόρμα ηλεκτρονικών συστημάτων του Tuono του 2019, όπως και του RSV4 RR, βρίσκεται στην τέταρτη γενιά της, και περιλαμβάνει ATC -Aprilia Traction Control-, ρυθμιζόμενο σε 8 επίπεδα, AWC -Aprilia Wheelie Control-, σύστημα ελέγχου σούζας ρυθμιζόμενο σε 3 επίπεδα, ALC -Aprilia Launch Control- για εκκινήσεις πίστας, ρυθμιζόμενο σε 3 επίπεδα, AQS -Aprilia Quick Shift-, shifter και blipper, για ανεβάσματα / κατεβάσματα ταχυτήτων δίχως χρήση συμπλέκη, APL -Aprilia Pit Limiter-, σύστημα περιορισμού ταχύτητας για τα pits ή για τον δρόμο & ACC - Aprilia Cruise Control.
Πέρα από τη νέα, τέταρτη γενιά της πλατφόρμας APRC, το Tuono V4 1100 Factory έρχεται με multimap Cornering ABS που εξελίχθηκε σε συνεργασία με τη Bosch, για βέλτιστη απόδοση σε δρόμο και πίστα.
Έτσι πλέον το Cornering ABS μπορεί να ρυθμίσει την επέμβαση του, ανάλογα με την πλευρική επιτάχυνση, την πίεση που εξασκεί ο αναβάτης στη μανέτα, την κλίση της μοτοσυκλέτας, και με την επιτάχυνση ή την επιβράδυνση της μοτοσυκλέτας στον οριζόντιο άξονα. Έτσι βελτιώνεται κάθετα το φρενάρισμα αλλά και η σταθερότητα της μοτοσυκλέτας.
Το ABS δουλεύει σε συνεργασία με το σύστημα Aprilia RLM (Rear Liftup Mitigation), ένα σύστημα που ανιχνεύει και αποτρέπει το σήκωμα του πίσω τροχού στο έντονο φρενάρισμα.
Σημειώστε πως το συγκεκριμένο σύστημα ρυθμίζεται σε 3 επίπεδα ευαισθησίας, ενώ μπορεί και να απενεργοποιηθεί από τον αναβάτη.
Στον έξτρα εξοπλισμό για το Tuono V4 1100 Factory, βρίσκουμε το σύστημα πολυμέσων της Aprilia, V4-MP.
Με το V4-MP, ο αναβάτης συνδέει το smartphone του με τη μοτοσυκλέτα, και για πρώτη φορά -αν καταλαβαίνουμε καλά- μπορεί να ρυθμίσει τα ηλεκτρονικά συστήματα της μοτοσυκλέτας στροφή τη στροφή, και κατόπιν να κατεβάσει δεδομένα τηλεμετρίας, στο smartphone ή στο laptop του!
Νέο είναι το πρωτόκολλο σύνδεσης του V4-MP, μειώνοντας στο ελάχιστο την κατανάλωση μπαταρίας του smarphone, ενώ διαθέτει και προ-εγκατεστημένη μια μεγάλη σειρά από πίστες, με τις βέλτιστες ρυθμίσεις των ηλεκτρονικών συστημάτων για αυτές!
Παράλληλα, μπορεί ο αναβάτης να προσθέσει τις δικές του πίστες με τις ρυθμίσεις που προτιμάει.
Για πρώτη φορά το V4-MP μπορεί να δεχθεί φωνητικές εντολές, αλλά και να δεχτεί και να κάνει τηλεφωνήματα, μέσω του smartphone του αναβάτη.
Υπόλοιπες διαφορές με το μοντέλο του 2018
Ο κινητήρας αποδίδει τα ίδια επίσημα νούμερα ιπποδύναμης (175hp/11.000rpm) και ροπής (12,33Kgm/9.000rpm) με το προηγούμενο μοντέλο, όμως έχει δεχθεί νέα πιστόνια και νέα αντιτριβική επίστρωση στις κεφαλές των μπιελών αλλά και στους πείρους των πιστονιών.
Επιπλέον, το τελικό της εξάτμισης έχει δύο αισθητήρες λάμδα.
Μεγαλύτεροι είναι οι δυο δίσκοι στα φρένα μπροστά, από τα 320 στα 330 πλέον χιλιοστά, με νέες τρόμπες, τις monobloc M50 που βρίσκουμε και στο RSV4!
Στις αναρτήσεις του Factory βρίσκουμε όπως προείπαμε τη νέα ημί-ενεργητική πλατφόρμα Ohlins Smart EC 2.0, που συνεργάζεται με ένα NIX πιρούνι (με 125mm διαδρομής από 117 προηγουμένως), με ένα TTX αμορτισέρ και με ένα σταμπιλιζατέρ της ίδιας εταιρείας. Σημειώστε πως οι νέες αναρτήσεις είναι ελαφρύτερες από τις Ohlins προηγούμενης γενιάς, ενώ ρυθμίζονται και πιο εύκολα.
Το Aprilia Tuono V4 1100 του 2019 κυκλοφορεί σε 2 εκδόσεις, την βασική RR και τη πιο special Factory (με τις ημί-ενεργητικές Ohlins, κ.α.) που είχαμε για δοκιμή.
Η RR διατίθεται σε δυο νέους χρωματικούς συνδυασμούς, Sachsenring red & Magny-Cours grey, ή για εσάς και εμάς, σε γκρι ή κόκκινο χρώμα.
Παράλληλα η έκδοση Factory έρχεται στον χρωματικό συνδυασμό «Superpole» ο οποίος είναι ελαφρώς διαφορετικός από το προηγούμενο μοντέλο. Ένα ακόμη σημείο που ξεχωρίζει το Factory είναι η λαχταριστή, μυτερή και μινιμαλιστική ουρά του, που προέρχεται από το RSV4.
Οι ζάντες είναι ίδιες και για τις 2 εκδόσεις, ενώ το Tuono V4 1100 Factory έχει πιο σπορ ελαστικά, τα Pirelli Diablo Supercorsa, με φαρδύτερη πίσω διάσταση στα 200/55. Αντίθετα, το Tuono V4 1100 RR έρχεται με Pirelli Diablo Rosso III, και πίσω διάσταση 190/55.
Αμφότερες οι μοτοσυκλέτες μπορούν να δεχθούν πληθώρα εργοστασιακών αξεσουάρ, στον έξτρα εξοπλισμό, όπως εξατμίσεις της Akrapovic, Ohlins αναρτήσεις για το RR, carbon κοστούμι, μανιτάρια, ανεστραμμένο κιβώτιο, σφυρήλατες ζάντες, tank bag, LED φλας, κουκούλα, V4-MP kit, κ.α.
Οι. Καλύτερες. Αναρτήσεις. Ever. Τελεία. Και. Παύλα.
Η μοτοσυκλέτα ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ, όσο την είχα στα χέρια μου τόσο τη συνήθιζα, τόσο πήγαινα πιο γρήγορα, τόσο οι αναρτήσεις έβγαζαν... λαγούς από το καπέλο του μάγου. Θέλει συνήθεια, θέλει προσαρμογή, θέλει να πιστέψεις ότι μπορείς να το πας, και μπορείς να το πας, αλλά πρέπει να το πιστέψεις.
Πρέπει να το πιστέψεις αλλά αυτό δεν γίνεται άμεσα. Θέλει συνήθεια, θέλει να ανακαλύψεις πού κρατάει το πολύ μαλακό πίσω ελαστικό στις στροφές, ώστε να μάθεις να προβλέπεις πού μπορείς να “διώξεις” το πίσω μέρος, και πού η μοτοσυκλέτα αντί να διώξει θα σηκωθεί σούζα πάνω στη στροφή…
Στις επιταχύνσεις το Tuono εκτοξεύεται σαν πύραυλος, τόσο λόγω της σχέσης ιπποδύναμης / βάρους, όσο και λόγω των αναρτήσεων που κάνουν τη μοτοσυκλέτα να “βεντουζώνει” με τον καλύτερο τρόπο στην άσφαλτο, φέρνοντας στο μυαλό μου επιταχύνσεις και ρεπρίζ του τέρατος… Hayabusa.
Ένα ακόμη σημείο που οι αναρτήσεις λάμπουν είναι στο πόσο ευθύβολη πορεία κρατάει η μοτοσυκλέτα κατά τις δυνατές επιταχύνσεις, ακόμα και στη χειρότερη ελληνική άσφαλτο. Τα μαγικά χέρια της μαγικής τριάδας
Μικρή παραφωνία στην κατά τα άλλα άψογη κατασκευή αποτελεί το μπροστινό φρένο, το οποίο θέλει συνήθεια καθώς είναι τρομερά δυνατό και αντίστοιχα απότομο. Αποδίδει εκπληκτικά καλά σε περιβάλλον πίστας ή σε άσφαλτο με κορυφαία πρόσφυση, απαιτεί όμως σεβασμό και χέρι με πείρα στην ελληνική άσφαλτο.
Με τις συγκεκριμένες ηλεκτρονικές αναρτήσεις ήταν σα να ζούσα σε όνειρο, αφού εκείνες άλλαζαν πρόσωπο αστραπιαία ανάλογα της πρόσφυσης, των ανωμαλιών του οδοστρώματος, της επιτάχυνσης, της επιβράδυνσης, και των μοιρών κλίσης της μοτοσυκλέτας, προσφέροντας μου μια ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΜΟΤΟΣΥΚΛΕΤΑ, με τις ΤΕΛΕΙΕΣ ρυθμίσεις για κάθε περίσταση! Άλλο να σας το γράφω, κι άλλο να το ζεις. Έχοντας οδηγήσει στο παρελθόν μοτοσυκλέτες με ημί-ενεργητικές αναρτήσεις (Aprilia Stelvio, BMW Dynamic ESA, Ducati Multistrada, κ.α.), μπορώ να πω πως οι EC 2.0 της Ohlins, εξελιγμένες με τη συνεργασία της Aprilia, είναι ότι καλύτερο έχω οδηγήσει, αλλάζοντας σε απίστευτο βαθμό τα χαρακτηριστικά των αποσβέσεων, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεσαι πολύ να “καταπιείς” την επιστροφή στις συμβατικές αναρτήσεις ύστερα!
Φανταστείτε την παρακάτω σκηνή. Ξεκινώ από το σπίτι, και μπαίνω στην Αττική Οδό. Στην είσοδο της Αττικής Οδού έχει μια παρατεταμένη στροφή με αρκετά σαμαράκια, τα οποία “διαλύουν” κάθε setup ανάρτησης, σε οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα κι αν καβαλώ. Όχι όμως και του Tuono V4 με τις EC 2.0! Μαγικό χαλί οι αναρτήσεις, “ρετουσάρουν” το οδόστρωμα, σφίγγοντας και χαλαρώνοντας συνεχώς, εκεί που πρέπει και όσο πρέπει, ώστε να διατηρούν το Tuono σταθερό σαν βράχο, οτιδήποτε κι αν “περνάει” από κάτω του.
Στη συνέχεια, έχει μια ευθεία πριν τα διόδια, με μια κακή “κόλληση” στην άσφαλτο που έχει μετατραπεί σε σαμάρι και οδηγεί σε σούζα στο άνοιγμα του γκαζιού. Όχι απαραίτητα με το Tuono. Η μοτοσυκλέτα εκτοξεύεται κι όταν φτάνει στο σαμάρι οι αναρτήσεις βυθίζονται όσο χρειάζεται, και κατόπιν σφίγγουν και χαλαρώνουν στα διαστήματα που πρέπει, ώστε να “σβήσουν” εντελώς την ταλάντωση! Όνειρο ζω μην με ξυπνάτε.
Στη συνέχεια, στον περιφερειακό του Υμηττού, το γκάζι ανοίγει κι οι αναρτήσεις σκληραίνουν, με τον αναβάτη να κρατιέται με το ζόρι να μην χειριστεί τη μοτοσυκλέτα λες και βρίσκεται σε πίστα. Έχοντας αφήσει τον αυτοκινητόδρομο πίσω, στα στενάκια της Καισαριανής έχουμε σημεία με ορισμένες λακκούβες για γερά νεύρα, στις οποίες… πέφτω επίτηδες μέσα. “Θα είναι σαν να υπάρχουν λακκούβες, αλλά δεν θα υπάρχουν λακκούβες!” Ναι, Άγιε μου, ναι, έτσι είναι με το Tuono το άτιμο!
Και η δουλειά της Αγίας Τριάδας συνεχίζεται το ίδιο μαγικά, σε όλες μα όλες τις συνθήκες.
Θα μπορούσα να κλείσω εδώ το τεστ, και το μήνυμα θα το είχατε πάρει. Ναι, το Aprilia Tuono V4 1100 Factory του 2019, πατάει πάνω στον φοβερό και τρομερό προκάτοχο, ενώ με την προσθήκη των Ohlins EC 2.0 είναι πλέον η γυμνή μοτοσυκλέτα με τις καλύτερες αναρτήσεις του κόσμου.
Θα σας πω όμως 2-3 ακόμα λεπτομέρειες που αξίζουν τον κόπο, για να στρίψω τη βίδα ακόμα πιο βαθιά, και να τρελάνω ακόμα περισσότερο όσους πιστεύουν πως “δεν γίνεται να μας εντυπωσιάσεις άλλο, μπάστα, φτάνει, έλεος και κάνε διάλειμμα.” Όχι.
Βγάλε τα ηλεκτρονικά. Και δες το φως το αληθινό
Το 2020 η τεχνολογία έχει κάνει άλματα και στις μοτοσυκλέτες, ενώ πλέον οι περισσότερες Superbikes και τα αντίστοιχα κορυφαία μεγάλα γυμνά μοντέλα έχουν τόσα ηλεκτρονικά, που αρκετές φορές οι εταιρείες μπαίνουν σον πειρασμό να αφήσουν ακατέργαστη τη συμπεριφορά των μοτοσυκλετών τους κυρίως όσον αφορά σε πλαίσιο, γεωμετρία και ψεκασμό, αφήνοντας τους ηλεκτρονικούς “φρουρούς” να εξομαλύνουν την κατάσταση και να κάνουν “οδηγίσιμα” τα δίτροχα αυτά. Είναι αρκετές οι περιπτώσεις που οδηγούμε κορυφαίες μοτοσυκλέτες, που χωρίς τα ηλεκτρονικά συστήματα τους ΔΕΝ ΟΔΗΓΟΥΝΤΑΙ. Είναι καλό αυτό; Προσωπικά το βρίσκω φρικαλέο. Για τους περισσότερους όμως είναι ανεκτό, καθώς το 99% των αναβατών ΔΕΝ απενεργοποιούν ΠΟΤΕ Traction Control, Wheelie Control, ABS κλπ.
Αντίθετα με τα παραπάνω παραδείγματα, το Tuono δουλεύει απίστευτα καλά δίχως ηλεκτρονικούς φρουρούς, με το πλαίσιο, τον ψεκασμό, τις αναρτήσεις και τη γεωμετρία να είναι ΟΛΑ ΓΙΑ ΦΙΛΗΜΑ, καταφέρνοντας να τιθασεύσουν ιπποδύναμη και ροπή, επιτρέποντας σου να οδηγείς παντού χωρίς το Traction Control, και να μη φοβάσαι και τη σκιά σου όποτε ανοίγεις το αρκουδόγκαζο. Σημειώστε πως το ABS ΔΕΝ απενεργοποιείται, παρόλα αυτά, η μοτοσυκλέτα σε αφήνει να κάνεις ακόμα και εξαιρετικά ψηλά Endo, οπότε με μπέρδεψε και δεν μπορώ να σας πω τι ακριβώς συμβαίνει εδώ.
Ο ήχος τώρα… η μουσική αυτή… το μουγκρητό το γλυκό… όταν σκέφτομαι τον ήχο του Tuono, πραγματικά συγκινούμαι. Είναι το απόλυτο soundtrack που θα ήθελα να με συνοδεύει κάθε μέρα της ζωής μου, ένα αρχέγονο σάλπισμα από λυσσασμένο μαμούθ που σπέρνει τον πανικό, αλλά και τον ενθουσιασμό σε ισόποσες δόσεις. Υπέροχος είναι και ο ήχος από τα... τακάκια μπροστά, σε δυνατό φρενάρισμα, μια μουσική από μέταλλα που σέρνονται το ένα πάνω στο άλλο, και σε βάζουν σε αγωνιστικό πνεύμα.
Είχα την τύχη να οδηγήσω το Tuono αμέσως μετά το κλιπονάτο RSV4, και η διαφορά του όρθιου τιμονιού από τα κλιπόν ήταν χαοτική. Εκεί που στο RSV4 το βάρος του κορμού τσακίζει τους καρπούς μετά από λίγο, στο Tuono είσαι άνετος, έχεις έλεγχο, μοχλούς και μπορείς να οδηγήσεις για ώρα σε αστικές συνθήκες, δίχως να πιαστείς.
Και όταν χρειαστείς, θα το πας το Track-day σου, και θα το ευχαριστηθείς -ειδικά στα Μέγαρα, ακόμα περισσότερο από ότι με το RSV4 που έχει ξεφύγει σε απόδοση και θέλει ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ Σέρρες για να δώσει αυτά που πρέπει. Ναι, το όρθιο τιμόνι στο Track-day είναι υποδεέστερο από τα κλιπόν, όμως δεν σε χαλάει τόσο ώστε να θυσιάσεις την άνεση στην καθημερινότητα -τουλάχιστον εμένα.
Αν τώρα νοιάζεστε και για την προστασία από τα στοιχεία της φύσης, να ξέρετε πως η στάνταρ ζελατίνα δεν κάνει μεγάλη δουλειά, οπότε ή την αφήνετε ως έχει και σφίγγετε δόντια και μύες στα πολλά, ή την αλλάζετε με μια ψηλότερη.
Το θαύμα της Αγίας Τριάδας
Το Aprilia Tuono V4 1100 Factory ήταν ήδη ένα θαύμα από μόνο του, η πιο πισταδόρικη γυμνή μοτοσυκλέτα του πλανήτη. Με τις ηλεκτρονικές αναρτήσεις, συντελέστηκε ένα ακόμη θαύμα, καθώς με τον τρόπο αυτό η Aprilia εφοδίασε το Tuono με τον προσωπικό του... μηχανικό, έναν μηχανικό που δεν θέλει φαί, μισθό και ασφάλιση, ενώ συνεχίζει να παραμένει μαζί σας εσαεί, ρυθμίζοντας τη μοτοσυκλέτα 100 φορές το δευτερόλεπτο, γράφοντας ποίηση στις αναρτήσεις σε κάθε περίσταση. Από την αστική οδήγηση, μέχρι την οδήγηση πίστας. Από τους χαλαρούς έως τους παρανοικούς ρυθμούς. Ανεξαρτήτως πρόσφυησης, βάθους λακκούβας και ύψους σαμαριών. Αν αυτό δεν είναι θαύμα, τότε δεν ξέρουμε και εμείς τι είναι το θαύμα. Υποκλινόμαστε, και αναμένουμε το RSV4 του 2020, που θα έχει και αυτό τις αναρτήσεις που έκαναν ντεμπούτο στο γυμνό του αδελφάκι.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
APRILIA Tuono V4 1100 Factory 2019 | |
Τύπος Κινητήρα | Aprilia διαμήκης 65° V-4, 4χρονος, σύστημα υγρόψυξης, δύο εκκεντροφόροι επικεφαλής (DOHC), τέσσερις βαλβίδες ανά κύλινδρο |
Καύσιμο | Αμόλυβδη βενζίνη |
Διάμετρος x Διαδρομή | 81 x 52.3 χλστ. |
Κυβισμός | 1077 κ.εκ. |
Μέγιστη ισχύς στο στρόφαλο | 175 HP (129 kW) στις 11,000 σαλ. |
Μέγιστη ροπή στο στρόφαλο | 121 Nm (12,33 Kgm) στις 9,000 σαλ. |
Τροφοδοσία | Φίλτρο αέρα με αγωγούς αέρα που εισέρχεται υπό πίεση. 4 σώματα ψεκασμού Marelli 48 χλστ. Με 4 μπεκ και τελευταίας γενιάς Ride-By-wire σύστημα διαχείρισης κινητήρα. |
Πολλαπλοί χάρτες κινητήρα, επιλεγόμενοι από τον αναβάτη με τη μοτοσικλέτα σε κίνηση: T (Track), S (Sport), R (Race) | |
Ανάφλεξη | Σύστημα ψηφιακής ηλεκτρονικής ανάφλεξης Magneti Marelli, ενσωματωμένο στο σύστημα ελέγχου του κινητήρα, με ένα μπουζί ανά κύλινδρο, και πολλαπλασιαστές τύπου “stick-coil” |
Εκκίνηση | Μίζα |
Εξάτμιση | 4 σε 2 σε 1, αισθητήρας οξυγόνου, πλαϊνό τελικό εξάτμισης με ηλεκτρονικά ελεγχόμενη βαλβίδα τύπου πεταλούδας και ενσωματωμένο τριοδικό καταλύτη (Euro 4) |
Γεννήτρια | Γεννήτρια στο βολάν, ισχύος 450W με μαγνήτες σπάνιων γαιών |
Λίπανση | Σύστημα υγρού κάρτερ, με ψυγείο λαδιού και δύο αντλίες λαδιού (λίπανση και ψύξη) |
Μετάδοση | Κιβώτιο 6 σχέσεων, τύπου κασέτας |
1η: 39/15 (2.600) | |
2η: 33/16 (2.063) | |
3η: 34/20 (1.700) | |
4η: 32/22 (1,455) | |
5η: 34/26 (1,308) | |
6η: 33/27 (1,222) | |
Λεβιέ ταχυτήτων με ηλεκτρονικό σύστημα Aprilia Quick Shift electronic system (aQS) | |
Συμπλέκτης | Πολύδισκος, υγρός συμπλέκτης |
Πρωτεύουσα σχέση μετάδοσης | Γρανάζια με ίσια δόντια και και ενσωματωμένοι εύκαμπτοι αποσβεστήρες κραδασμών, σχέση μετάδοσης: 73/44 (1,659) |
Τελική σχέση μετάδοσης | Αλυσίδα: Σχέση μετάδοσης: 42/15 (2.8) |
Διαχείριση πρόσφυσης | Σύστημα aPRC (Aprilia Performance Ride Control), που περιλαμβάνει Traction Control (aTC), Wheelie Control (aWC), Launch Control (aLC), όλα ρυθμιζόμενα ανεξάρτητα, και με τη δυνατότητα απενεργοποίησης. |
Πλαίσιο | Δυο δοκών αλουμινίου, με πρεσαριστά και χυτά τμήματα. |
SmartEC 2.0 ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενο Öhlins αμορτισέρ τιμονιού. | |
Εμπρόσθια ανάρτηση | Πιρούνι Öhlins NIX με επιφανειακή επίστρωση TIN ηλεκτρονικά ελεγχόμενο με σύστημα SmartEC 2.0. Σφυρήλατες αλουμινίου ακτινικές δαγκάνες. Πλήρως ρυθμιζόμενη υδραυλική απόσβεση συμπίεσης, επαναφοράς και προφόρτισης. Διαδρομή τροχού 120 mm. |
Οπίσθια ανάρτηση | Αλουμινένιο ψαλίδι δύο μπράτσων, τεχνολογία μικρού πάχους και χύτευσης. Αμορτισέρ Öhlins με piggy-back, ηλεκτρονικά ελεγχόμενο με σύστημα SmartEC 2.0. Προοδευτικό μοχλικό σύστημα APS. Διαδρομή τροχού: 130 mm |
Φρένα | Μπροστά: Δύο χαμηλού βάρους πλευστοί δίσκοι 330 χιλ. από ανοξείδωτο ατσάλι με αλουμινένια φλάντζα 6 πείρων. Brembo M50 monobloc ακτινικές δαγκάνες με 4 Ø30 χιλ. αντικριστά έμβολα. Μεταλλικά τακάκια. Μεταλλικά σωληνάκια υψηλής πίεσης. Ακτινική αντλία. |
Πίσω: Δίσκος 220 χιλ., δαγκάνα Brembo με δύο ξεχωριστά έμβολα Ø32 χιλ. Μεταλλικά τακάκια. Αντλία με ενσωματωμένο δοχείο και μεταλλικό σωληνάκι υψηλής πίεσης
|
|
Bosch 9.1 MP ABS με λειτουργία cornering, ρυθμιζόμενο με 3 χάρτες και εφοδιασμένο με λειτουργία περιορισμού ανύψωσης του πίσω τροχού RLM (Rear wheel Lift-up Mitigation), με δυνατότητα απενεργοποίησης. | |
Τροχοί | Χυτές, αλουμινίου με τρία ξεχωριστά μπράτσα. |
Μπροστά: 3.5”X17” | |
Πίσω: 6”X17” | |
Ελαστικά | Radial tubeless. |
Εμπρός: 120/70 ZR 17 | |
Πίσω: 200/55 ZR 17 (εναλλακτικά: 190/50 ZR 17) | |
Μεταξόνιο | 1.450 mm |
Μήκος x Πλάτος x Ύψος | 2.070 mm x 810 mm x Δ.Α. |
Ύψος σέλας | 825 mm |
Γωνία κάστερ | 27 μοίρες |
Ίχνος | 99,7 mm |
Βάρος στεγνό / γεμάτο | 185 kg* / 209 kg |
Ρεζερβουάρ | 18.5 λίτρα (ρεζέρβα 4 λίτρων) |
*Βάρος, χωρίς μπαταρία και υγρά. |