Τριάντα χρόνια πριν, τον Σεπτέμβριο του 1980, η BMW παρουσίασε στην Avignon την R 80 G/S. Τότε, οι μοτοσικλέτες off road ήταν μετά βίας μεγαλύτερες από τις μοτοσυκλέτες μεσαίου κυβισμού και ο ρόλος τους ήταν αυστηρά περιορισμένος στην οδήγηση εκτός δρόμου. Η ριζοσπαστική μοτοσικλέτα της BMW οδήγησε στη γέννηση ενός νέου πολυμορφικού είδους – η R 80 G/S μπορούσε να αντεπεξέλθει σε οποιεσδήποτε απαιτήσεις οδήγησης, από διαδρομές εντός πόλης και μεγάλων αποστάσεων μέχρι off road enduro. Τρεις δεκαετίες αργότερα, η GS αποτέλεσε αντικείμενο αντιγραφής και οι μεγάλες μοτοσικλέτες on / off δημιούργησαν μία από τις πιο δημοφιλείς κατηγορίες. Η BMW Motorrad συνεχίζει να τιμά αυτή τη θρυλική σειρά μοντέλων.
Το μοντέλο BMW G/S σχεδιάστηκε το 1978 σε μία περίοδο μειωμένων πωλήσεων που ακολούθησε μετά από μία δεκαετία ανάπτυξης. Την 1η Ιανουαρίου 1979, μία νέα ομάδα διοίκησης έβαλε ως στόχο την επιστροφή της BMW στην αγορά των μοτοσικλετών. Το πρώτο μοντέλο που τους παρουσιάστηκε από το τμήμα εξέλιξης ήταν ένα πρωτότυπο off road μεγάλου κυβισμού. Το πρωτότυπο κατασκευάστηκε χωρίς κάποιο τυπικό σχέδιο εξέλιξης και χρησιμοποιήθηκε αμέσως από το τμήμα δοκιμών για τη συνοδεία της εργοστασιακής ομάδας στους αγώνες cross country.
Μία cross country παράδοση
Οι αγώνες cross country ήταν ένα οικείο πεδίο δράσης για την BMW. Στη δεκαετία του '20 και του '30 η εταιρία σημείωνε επιτυχίες σε αγώνες Six Days και στις δεκαετίες του '50 και του '60 η BMW κατέκτησε μία σειρά από τίτλους. Από το 1970 ως το 1972 ο Herbert Schek κατέκτησε τρία πρωταθλήματα cross country με μία τροποποιημένη μοτοσικλέτα δρόμου BMW R 75/5. Το 1978, επιτράπηκε βάσει κανονισμών η συμμετοχή τετράχρονων μοτοσικλετών στα πρωταθλήματα. Ο Laszlo Peres από το τμήμα δοκιμών της BMW ήρθε δεύτερος στο Γερμανικό Πρωτάθλημα οδηγώντας μία μοτοσικλέτα 800cc που κατασκεύασε ο ίδιος και η οποία ζύγιζε μόλις 142kg.
Η επιτυχία του Peres άνοιξε την όρεξη για μεγαλύτερες επιτυχίες και έτσι το 1979 η BMW δημιούργησε μία εργοστασιακή ομάδα που θα συμμετείχε επίσημα στους αγώνες cross country. Η ανταμοιβή αυτής της αφοσίωσης ήταν το Γερμανικό Πρωτάθλημα που κατέκτησε ο Richard Schalber το 1979 και ο Werner Schütz το 1980. Επιπλέον, ο Rolf Witthöft κατέκτησε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα το 1980.
Το να κατασκευάζεις ένα πετυχημένο σπορ μοντέλο είναι η μία όψη του νομίσματος. Η εξέλιξη μίας οικονομικά εφικτής μοτοσικλέτα παραγωγής αποτελεί μία μεγάλη πρόκληση. Η νέα μοτοσικλέτα έπρεπε να είναι κατάλληλη για καθημερινή χρήση και να πωλείται σε μία ανταγωνιστική τιμή.
Αναζητώντας μία θέση στην αγορά
Ένα σχέδιο που εξελίχθηκε σταδιακά από μία μοτοσικλέτα παντός εδάφους, συνδυασμένη με τις υψηλές επιδόσεις και την άνεση των μοτοσικλετών δρόμου. Μία προσεκτική έρευνα της αγοράς enduro αποκάλυψε ότι μόνο το 2% των χιλιομέτρων διανυόταν σε πραγματικά δύσκολο έδαφος. Το 98% ήταν σε κανονικούς δρόμους, στενά μονοπάτια και μη ασφαλτοστρωμένους δρόμους. Η ιδέα μίας άνετης μοτοσικλέτας enduro/street μεγάλου κυβισμού είχε μόλις γεννηθεί. Η φιλοσοφία της κρύβεται και πίσω από τα αρχικά G/S των μοντέλων – G για Gelände (έδαφος) και S για Strasse (δρόμος). Δημιουργήθηκε μία νέα αγορά με ζήτηση που αποδείχθηκε πρακτικά ανεξάντλητη.
Τεχνικά προηγμένο σύστημα μετάδοσης στον πίσω τροχό
Η διοίκηση της BMW έδωσε το πράσινο φως για την παραγωγή και ο Rüdiger Gutsche, επικεφαλής του τμήματος εξέλιξης πλαισίου, ορίστηκε υπεύθυνος του εγχειρήματος. Η εξέλιξη εστιάστηκε σε μία νέα ανάρτηση πίσω τροχού με μονό βραχίονα. Αυτό το χαρακτηριστικό αποτελούσε ένα νέο τεχνολογικό πεδίο και το ερώτημα ήταν εάν αυτή η κατασκευή θα άντεχε στα υψηλά φορτία.
Οι αρχικές δοκιμές ήταν πολλά υποσχόμενες και τον Ιανουάριο του 1980 ο εκπρόσωπος τύπου της BMW Kalli Hufstadt και ο δημοσιογράφος Hans Peter Leicht ξεκινούσαν ένα ταξίδι 2.000 χιλιομέτρων μέσα από το Εκουαδόρ με δύο μοτοσυκλέτες προπαραγωγής. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού οι μοτοσικλέτες έπρεπε να αντιμετωπίσουν ακραίες καιρικές και οδικές συνθήκες, αλλά οι δύο άντρες και οι μοτοσυκλέτες τους ολοκλήρωσαν τη δοκιμασία με ελάχιστους μικροτραυματισμούς. Οι εργασίες εξέλιξης από τους μηχανικούς της BMW απέδωσαν καρπούς και η ομάδα ήταν πλέον σε θέση να αρχίσει την προσαρμογή της νέας και καταξιωμένης πια μοτοσικλέτας G/S.
Ο τύπος εντυπωσιάστηκε
Την 1η Σεπτεμβρίου 1980 τα πάντα ήταν έτοιμα. Η BMW R 80 G/S παρουσιάστηκε στο διεθνή τύπο στη γαλλική πόλη Avignon. Πέρασαν λιγότεροι από 21 μήνες από το ξεκίνημα του εγχειρήματος και όλοι οι εμπλεκόμενοι της BMW ανυπομονούσαν να δουν τις αντιδράσεις. Με βάρος 167kg με άδειο ρεζερβουάρ, ήταν η ελαφρύτερη διαθέσιμη μοτοσικλέτα των 800cc. Η απόσταση από το έδαφος ήταν 218mm ενώ οι διαδρομές των ελατηρίων 200mm μπροστά και 170mm πίσω προσέφεραν χαρακτηριστικά οδήγησης εκτός δρόμου που θα ικανοποιούσαν τους περισσότερους αναβάτες.
Ο ενθουσιασμός των δημοσιογράφων στην παρουσίαση της νέας μοτοσικλέτας ήταν καθολικός. Ένα περιοδικό την περιέγραφε ως την "καλύτερη μοτοσικλέτα δρόμου από την BMW". Τόσο εντυπωσιασμένοι ήταν οι συντάκτες από την οδική συμπεριφορά. Όλες οι δοκιμές της G/S στο σύνολό τους κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι η BMW σχεδίασε και έθεσε στην παραγωγή "μία μοτοσυκλέτα παντός εδάφους". Η BMW R 80 G/S των 800cc δεν ήταν μόνο η μοτοσικλέτα enduro με τον μεγαλύτερο κυβισμό από οποιαδήποτε άλλη μοτοσικλέτα με δυνατότητες κίνησης στην άσφαλτο. Πολύ περισσότερο ήταν μακράν η ταχύτερη επιτυγχάνοντας μία τελική ταχύτητα 168km/h.
Οι πελάτες ζητούν την G/S
Στις 19 Σεπτεμβρίου του 1980, όταν παρουσιάστηκε στο κοινό στα πλαίσια της διεθνούς έκθεσης μοτοσικλέτας IFMA, συγκεντρώθηκε ένα μεγάλο πλήθος στο περίπτερο της BMW. Το κοινό ανυπομονούσε να δει τη "βαυαρική all-round μοτοσικλέτα" που είχε ήδη λάβει τόσες πολλές φιλοφρονήσεις από τους δημοσιογράφους. Ο ενθουσιασμός στο περίπτερο μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε παραγγελίες και στα τέλη του 1981 είχαν βγει από το εργοστάσιο του Βερολίνου συνολικά 6.631 μοτοσικλέτες, δηλαδή διπλάσιες απ' ότι είχε σχεδιαστεί αρχικά. Μία στις πέντε μοτοσικλέτες BMW που πωλούνταν ήταν μία G/S. Η enduro μοτοσικλέτα τουρισμού συνέβαλλε σημαντικά στη σταθερή αύξηση των πωλήσεων BMW και μέχρι σήμερα, 30 χρόνια μετά την πρώτη παρουσίαση, η συγκεκριμένη αγορά συνεχίζει να έχει πολύ μεγάλη σημασία για την BMW.
Επιτυχίες στην έρημο
Η BMW στρέφει το ενδιαφέρον της στο σκληρότερο και πιο φημισμένο αγώνα off road του κόσμου, το ράλι Paris-Dakar. Ο αγώνας διεξήχθη για πρώτη φορά το 1979 και είχε απόσταση 9.500 km. Πάνω από 30% της διαδρομής ήταν ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι. Το 1979, ο Fenouil, ο μοναδικός αναβάτης με μοτοσικλέτα BMW, εγκατέλειψε τον αγώνα λόγω τεχνικής βλάβης. Το 1980 ο Hubert Auriol ήταν ο δεύτερος Γάλλος αναβάτης με BMW που συμμετείχε στον αγώνα εκτός από τον Fenouil. Μετά από 11 διαδρομές βρέθηκε στην πρώτη θέση ενώ στη 12η διαδρομή αποκλείστηκε από τον αγώνα για μη επιτρεπτή βοήθεια. Τερματίζοντας πέμπτος ο Fenouil λαμβάνει τη διάκριση "succès d'estime".
Την επόμενη χρονιά η BMW συμμετέχει στον αγώνα με τρεις μοτοσικλέτες που προετοιμάστηκαν από την HPN. Ο Auriol ήταν ο πρώτος αναβάτης που έφτασε στο Ντακάρ και επανέλαβε το θρίαμβο για την BMW και το 1983. Το 1984 και το 1985 κερδίζει το Paris - Dakar ο Βέλγος Gaston Rahier. Με τέσσερις νίκες στο Paris - Dakar, η BMW απέδειξε με εντυπωσιακό τρόπο τις off road δυνατότητες της G/S.
Οδηγώντας την G/S σε μεγάλες αποστάσεις
Κι ενώ η BMW διέθετε μία βασική γκάμα αξεσουάρ για την G/S άρχισε να δημιουργείται μία δεύτερη αγορά με προϊόντα ειδικά σχεδιασμένα για τις απαιτήσεις των ταξιδιών μεγάλων αποστάσεων. Το 1984 η BMW παρουσιάζει ένα ειδικό μοντέλο "Paris-Dakar". Το ρεζερβουάρ 32 λίτρων με το εντυπωσιακό λογότυπο του αγώνα Paris - Dakar, η μονή σέλα και η μεγάλη σχάρα αποσκευών χάριζαν στη μοτοσικλέτα μία αγωνιστική εμφάνιση.
Οι πωλήσεις της G/S πήγαν εξαιρετικά καλά και η επιτυχία κέντρισε το ενδιαφέρον όχι μόνο των θαυμαστών, αλλά και των αντιγραφέων. Ήταν ξεκάθαρο ότι η BMW δεν έπρεπε να επαναπαυθεί στις δάφνες της αλλά να υπερασπιστεί την κυρίαρχη θέση της στην αγορά.
Οι διάδοχοι
Το αποτέλεσμα της περαιτέρω εξέλιξης παρουσιάστηκε στο κοινό για πρώτη φορά στις 24 Αυγούστου 1987 στη Φλωρεντία. Τα μοντέλα διαδοχής ονομάστηκαν R 80 GS και R 100 GS, η πλάγια κάθετος ανάμεσα στα γράμματα G και S εγκαταλείφθηκε. Με την R 100 GS των 1000cc η BMW για άλλη μία φορά κατάφερε να παρουσιάσει στην αγορά μία μοτοσυκλέτα με τον μεγαλύτερο σε κυβισμό κινητήρα. Εντούτοις, δεν ήταν ο κινητήρας, ο ήδη γνωστός από τα μοντέλα δρόμου, που τράβηξε την προσοχή. Για άλλη μία φορά οι βασικές τροποποιήσεις εντοπίστηκαν στην πίσω ανάρτηση και το πλαίσιο.
Εκτός από το Paralever, όπως ονομάστηκε ο νέος βραχίονας της ανάρτησης, υπήρξαν και αρκετές βελτιώσεις της νέας GS στα σημεία. Για παράδειγμα, το πλαίσιο και το πίσω τμήμα δέχθηκε πρόσθετες ενισχύσεις ενώ μπροστά τοποθετήθηκε ένα νέο τηλεσκοπικό μπροστινό σύστημα της Marzocchi. Το μπροστινό δισκόφρενο μεγάλωσε και τοποθετήθηκε μία μεγαλύτερη δαγκάνα της Brembo. Οι τροχοί είχαν πλέον σταυρωτές ακτίνες και μπορούσαν πλέον να δεχθούν ελαστικά χωρίς σαμπρέλα. Η χωρητικότητα του ρεζερβουάρ αυξήθηκε στα 26 λίτρα ενώ η μακρύτερη και φαρδύτερη σέλα υποσχόταν μεγαλύτερη άνεση, όπως εξάλλου και η μικρή ζελατίνα που συμπεριλήφθηκε για πρώτη φορά στο βασικό εξοπλισμό της R 100 GS και διατέθηκε ως προαιρετικό αξεσουάρ για την R 80 GS.
Το βασικό μοντέλο
Εκτός από τις δύο μεγάλες μοτοσικλέτες η BMW παρουσίασε ειδικά για τη γερμανική αγορά μία βασική έκδοση 27 ίππων, την R 65 GS. Ωστόσο η μοτοσικλέτα μπήκε στην παραγωγή μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Σε τρία χρόνια πωλήθηκαν μόλις 1.727 μονάδες κι έτσι η παραγωγή της R 65 GS διακόπηκε το 1990. Στην έκθεση IFMA της Κολονίας παρουσιάστηκαν το 1990 στα πλαίσια της επετείου των 10 ετών της σειράς GS οι ριζικά ανανεωμένες εκδόσεις R 80 GS και R 100 GS. Τα βασικά μοντέλα διέθεταν πλέον ένα σταθερό φέρινγκ με εξωτερικό σωληνωτό πλαίσιο. Καινούριος ήταν επίσης ένας ρυθμιζόμενος ανεμοθραύστης και o σύνδεσμος της ανάρτησης, ο τετράγωνος προβολέας και τα όργανα που ήταν δανεικά από τη σειρά Κ.
Μία νέα διάσταση
Η R 1100 GS έκανε το ντεμπούτο της στην Έκθεση Αυτοκινήτου της Φρανκφούρτης το Σεπτέμβριο του 1993. Με το "θρασύ" στιλ και το εντυπωσιακό μέγεθος (συγκριτικά με την R 100 GS το νέο μοντέλο ήταν 65mm πιο ψηλό ενώ το βάρος αυξήθηκε κατά 23kg. Η R 1100 GS έσκασε σαν βόμβα στην αγορά των μοτοσικλετών enduro. Πολλοί παρατηρητές εξέφρασαν ανοικτά τις αμφιβολίες τους αν μία μοτοσικλέτα αυτών των διαστάσεων θα ήταν κατάλληλη για μεγάλες διαδρομές τουρισμού. Αλλά η ζήτηση του κοινού για αυτή την "Über-Enduro" ήταν τεράστια. Στα τέλη του 1994 είχαν βγει από τη γραμμή παραγωγής της BMW στο Spandau 9.500 μονάδες.
Το Telelever
Στις υψηλές ταχύτητες, το ύψος και η αεροδυναμική της R 1100 GS ίσως δυσκόλευαν την οδήγηση. Το πρόβλημα λύθηκε υιοθετώντας τη σχεδίαση του πλαισίου από την R 1100 RS, αποτελούμενου από τρία τμήματα, όπου ο κινητήρας και το περίβλημα του κιβωτίου αποτελούσαν ένα ενιαίο, φέρον στοιχείο. Ο πίσω τροχός διέθετε έναν βελτιωμένο μονό βραχίονα Paralever και ο μπροστινός τροχός το νέο Telelever της BMW. Το τελευταίο είχε παρουσιαστεί μία χρονιά νωρίτερα στην R 1100 RS και ήταν ένας συνδυασμός τηλεσκοπικού πιρουνιού με μπροστινό σύνδεσμο ανάμεσα στη γέφυρα του πιρουνιού και το πλαίσιο. Με τα χαρακτηριστικά αντιβύθισης, αυτή η τεχνολογική λύση εξασφάλιζε εξαιρετική απόκριση και κορυφαία ακαμψία. Ταυτόχρονα η ανάρτηση δεν σκλήραινε κατά το φρενάρισμα.
Αποχαιρετισμός στον κινητήρα boxer με τις δύο βαλβίδες
Το τέλος του αερόψυκτου δικύλινδρου επίπεδου κινητήρα πλησίαζε. Η σχεδίαση του κινητήρα, που από το 1923 είχε συνδεθεί άρρηκτα με τις μοτοσυκλέτες BMW δεν μπορούσε πλέον να ανταποκριθεί στις προδιαγραφές εκπομπών ρύπων και θορύβου. Το 1994 η BMW παρουσιάζει στην IFMA την κλασική έκδοση του πετυχημένου κινητήρα με τέσσερις βαλβίδες και έναν εκκεντροφόρο. Η GS Special, σε κομψό μαύρο χρώμα με ασημί λεπτομέρειες συνέχισε να κατασκευάζεται παράλληλα μέχρι τον Ιανουάριο του 1996 όπου και σταμάτησε η παραγωγή του διβάλβιδου κινητήρα. Αυτό ήταν και το οριστικό τέλος των μοντέλων enduro της BMW με δύο βαλβίδες.
Ωστόσο, η BMW στρώθηκε και πάλι στη δουλειά και παρουσίασε την R 80 GS Basic. Με το ρεζερβουάρ των 19,5 λίτρων και το λευκό χρώμα θύμιζε, εξωτερικά τουλάχιστον, την πρώτη G/S του 1980, παρόλο που διέθετε την τεχνολογία Paralever δεύτερης γενιάς. Από το εργοστάσιο του Βερολίνου έφυγαν πάνω από 3.000 μονάδες μέσα σε λίγους μήνες. Η τελευταία R 80 GS Basic και επομένως και ο τελευταίος διβάλβιδος κινητήρας boxer της BMW βγήκε από τη γραμμή παραγωγής στις 19 Δεκεμβρίου 1996.
Το Σεπτέμβριο του 1998 στην έκθεση INTERMOT του Μονάχου παρουσιάστηκε η R 850 GS ως η μικρή αδερφή της 1100. Ο κινητήρας (προερχόμενος από την R 850 R Roadster) είχε παρουσιαστεί το 1994 και απέδιδε 70 ίππους (52kW) ενώ ήταν διαθέσιμος και σε μία περιορισμένη έκδοση 34 ίππων. Η παραγωγή της R 850 GS κράτησε μόλις τρία χρόνια και το 2000 αντικαταστάθηκε από ένα μονοκύλινδρο μοντέλο, την F 650 GS.
Φωτογραφίες
https://www2.cityrider.gr/motosikletes/item/1320-afieroma-i-istoria-tis-thrylikis-gs-2o-meros#sigProId07125aa6be
Video 1980 - 2010
Συνεχίζεται...