Κείμενο: Αλέξης Γλυνιαδάκης
Φωτογραφίες: Τάκης Μανιάτης
Η SWM έρχεται να καλύψει το κενό ανάμεσα στις ιδιοκατασκευές και τα ακριβά εργοστασιακά café racer που δεν μπορεί να φτάσει ο μέσος εραστής του είδους, προτείνοντας μια μοτοσικλέτα λογικότατου budget, με δυνατότητες εξέλιξης αλλά και διασκέδασης «όπως είναι».
Θέλω Cafe Racer... πρέπει να κουραστώ για να φτιάξω ένα;
Ας υποθέσουμε ότι ξεκινά κάποιος να φτιάξει ένα café racer με βάση ένα ξεχασμένο μονοκύλινδρο που έτυχε να βρίσκεται στην αυλή του.
Το τελικό αποτέλεσμα θα εξαρτάται σαφώς από τις ικανότητες και την τύχη του και τις περισσότερες φορές θα απέχει πολύ από την ομοιογένεια και την κατασκευαστική αρτιότητα που έχει μια μοτοσυκλέτα που βγαίνει από εργοστάσιο.
Βελτίωση στο σενάριο αυτό, είναι να απευθυνθεί σε επαγγελματία που θα δώσει τις κατευθύνσεις αισθητικά και λειτουργικά, παίρνοντας και την ευθύνη του τελικού αποτελέσματος. Εκεί η εμπειρία του επαγγελματία θα κάνει τη διαφορά, όμως οι ώρες που θα δουλέψει είναι πολλές και πληρώνονται ανάλογα. Ο κινητήρας της μοτοσυκλέτας που θα χρησιμοποιηθεί σα βάση επίσης, μπορεί να έχει ακόμα πολύ ζωή μέσα του ή καθόλου, απαιτώντας ίσως μια αρκετά ακριβή επισκευή που θα προστεθεί στο κόστος του project.
Υπάρχει και η τρίτη επιλογή. Ο επίδοξος λάτρης των café racer να κατευθυνθεί προς τη Delta Motorcycles με 6 χιλιάρικα στο χέρι και να παραλάβει το κλειδί της έτοιμης μοτοσυκλέτας του, χωρίς να χρειαστεί να περιμένει κανένα εξάμηνο στην καλύτερη περίπτωση, χωρίς να περνάει τις μέρες του στο e-bay σε αναζήτηση του εξαρτήματος και χωρίς άγχος για το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα.
Αποστολή μας είναι να προσδιορίσουμε τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα μιας τέτοιας επιλογής, οπότε προσεγγίζουμε την Ιταλική κατασκευή από πιο κοντά.
H SWM
Η SWM είναι Ιταλική μάρκα που άρχισε την καριέρα της το 1971 στο Μιλάνο με ιδρυτές τους Pietro Sironi και Fausto Vergani.
Η βασική της δραστηριότητα ήταν η κατασκευή off-road μοτοσυκλετών, σε μια εποχή που λίγα χρόνια αργότερα εξελίχθηκε το μεγάλο boom του χώματος στην Ιταλία και οδήγησε στην ανάπτυξη δεκάδων εταιρειών κατασκευής off road μοτοσυκλετών.
Όσο απότομα όμως εξελίχθηκε αυτή η ανάπτυξη του χώματος, άλλο τόσο γρήγορα σταμάτησε, αφήνοντας τις μικρές αυτές εταιρίες με τεράστια οικονομικά προβλήματα που οδήγησαν στο κλείσιμό τους. Μαζί τους και η SWM έκλεισε τις πόρτες της το 1984.
Το 2014 η εταιρεία με επικεφαλής τον Ampelio Macchi και χρηματοδότηση από την Κινεζική Shineray, εμφάνισε τα νέα της μοντέλα στην EICMA.
Το τέλος του 2015 η εταιρεία είχε ήδη παραγωγή 6 off-road, 3 supermotard, 1 adventure και 2 classic μοντέλων, ένα εκ των οποίων είναι η Gran Milano.
Η εξαγορά της παλαιάς γραμμής παραγωγής των Husqvarna και η ροή ανταλλακτικών από τη Shineray έχει δώσει σε πολύ μικρό χρόνο μια μεγάλη γκάμα σε εμπορικές κατηγορίες, με έμφαση στις χαμηλές τιμές για τις κατηγορίες αυτές.
Στην Ελλάδα την ίδια χρονιά, την αντιπροσώπευση της εταιρίας ανέλαβε η Delta Motorcycles, που μας παραχώρησε και την Gran Milano 440 για τη δοκιμή.
Για πάμε πιο κοντά...
Πλησιάζοντας τη σχετικά μικρόσωμη μοτοσυκλέτα διαπιστώνουμε ότι η εξωτερική εμφάνιση είναι προσεγμένη, με το μαύρο χρώμα να υπερτερεί. Πραγματικά, εκτός από τις εξατμίσεις και τα συνδετικά μέσα (βίδες/παξιμάδια κλπ) όλα τα υπόλοιπα εξαρτήματα της Gran Milano είναι βαμμένα με μαύρο χρώμα και μάλιστα γυαλιστερό. Ο μονοκύλινδρος αερόψυκτος κινητήρας είναι κατάμαυρος και εξαιρετικά φινιρισμένος και πείθει για ακόμα περισσότερα κυβικά με τον όγκο του. Ευχάριστο θέαμα και το ψυγείο λαδιού έχοντας υπόψη τις υψηλές θερμοκρασίες της χώρας μας.
Οι δύο σατέν εξατμίσεις που βγαίνουν από το μοναδικό κύλινδρο καταλήγουν αρκετά ψηλά προσθέτοντας στην εμφάνιση και αποτρέπουν οποιαδήποτε περαιτέρω γυαλάδα, δίνοντας το στυλ του χειροποίητου που αναζητά με όλους τους τρόπους η κατασκευή. Το χρώμα του χαλκού του ντεπόζιτου αποτελεί ευχάριστη οπτική έκπληξη και δίνει απροσδόκητο βάθος στο φινίρισμα. Το πανέμορφο σύνολο συμπληρώνει μια χρωμιωμένη τάπα βενζίνης που κλειδώνει, με την κλειδαριά να προστατεύεται από καπάκι.
Το (φυσικά μαύρο) πηρούνι είναι αντεστραμμένο, έρχεται από την Ταϊβανέζικη Fastace και διαθέτει ρυθμίσεις προφόρτισης, απόσβεσης συμπίεσης και απόσβεσης επαναφοράς. Σε συνδυασμό με τρόμπα και ακτινική δαγκάνα Brembo και δίσκο μαργαρίτα 260 χιλιοστών, η όψη του εμπρός μέρους της SWM εμπνέει τουλάχιστον εμπιστοσύνη.
Τα πίσω αμορτισέρ έρχονται από τον ίδιο κατασκευαστή και διαθέτουν ξεχωριστό δοχείο αζώτου και ρύθμιση προφόρτισης και απόσβεσης επαναφοράς. Σε μια εποχή που ακόμα και οι Ευρωπαίοι κατασκευαστές προσφέρουν αναρτήσεις χωρίς καμία ρύθμιση πλην προφόρτισης σε τέτοιες μοτοσυκλέτες, αποτελεί τουλάχιστον ευχάριστη έκπληξη ο εξοπλισμός της Gran Milano. Το πίσω σύστημα φρένων είναι πιο συντηρητικό, προσφέροντας δαγκάνα δύο εμβόλων και στρογγυλή δισκόπλακα.
Η ματιά μας κινείται προς τα όργανα όπου θα διαπιστώσουμε την παρουσία δύο κυλινδρικών οργάνων με λευκό φόντο και τις απολύτως απαραίτητες ενδείξεις.
Υπάρχει απλά και μόνο ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και ένας μερικός χιλιομετρητής με κουμπάκι που ρυθμίζει τις ενδείξεις ώστε να εμφανίζονται σε μίλια ή χιλιόμετρα, ανάλογα με τις προτιμήσεις του αναβάτη. Η ένδειξη καυσίμου είναι απλά ένα λαμπάκι ρεζέρβας. Ο φωτισμός στα δύο όργανα είναι γαλάζιος, για κάποιο λόγο όμως που δεν εντοπίσαμε, έχει διαφορετική απόχρωση στο καθένα.
Τα κλιπόν σφίγγουν το πηρούνι πάνω από την πλάκα του τιμονιού και πάνω τους είναι τοποθετημένοι καλαίσθητοι αν και συμβατικοί διακόπτες, η χρωμιωμένη βάση και μανέτα του συμπλέκτη που ενεργοποιείται με ντίζα και η ασημί τρόμπα του εμπρός φρένου της Brembo.
Η σέλλα, λιτή κι αυτή αλλά καλά σχεδιασμένη, είναι καπιτονέ στο πάνω μέρος της, με ελαφρύ σκαλοπατάκι για το συνεπιβάτη. Κάτω από αυτήν υπάρχει λιτή εργαλειοθήκη που περιέχει και ένα πολύ καλοδεχούμενο γαντζόκλειδο για τη ρύθμιση της προφόρτισης των αμορτισέρ.
Διακριτικότατα φτερά εμπρός και πίσω και μια κλειδαριά κράνους που όμως δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί όταν οι εξατμίσεις είναι ζεστές λόγω θέσης, συμπληρώνουν την εικόνα μιας πολύ όμορφης μοτοσυκλέτας που επιπλέον υπόσχεται οδηγικές συγκινήσεις.
Παρακαλώ, καθίστε!
Η πρώτη εντύπωση είναι ότι καθόμαστε σε μια μικρόσωμη και ευέλικτη μοτοσυκλέτα.
Η σέλλα έχει σωστό υλικό, αλλά οι αναρτήσεις είναι αναμενόμενα σφιχτές οπότε η άνεση είναι περιορισμένη. Και βέβαια οι ρυθμίσεις επιτρέπουν πιο άνετη συμπεριφορά, όμως τότε θα χαθεί η ζωντάνια στην οδική συμπεριφορά της SWM.
Τα κλιπόνς είναι πολύ σωστά και οι γωνίες τους φυσιολογικές, με τον εμπρός τροχό να δημιουργεί λίγο βαριά αίσθηση, αλλά θα προτιμούσαμε τα μαρσπιέ πιο πίσω για να ταιριάξουν με τη σκυφτή Café racer θέση οδήγησης.
Μιλώντας για μαρσπιέ, οι εξατμίσεις που βρίσκονται ψηλά, αναγκάζουν τα μαρσπιέ και κατ’ επέκταση τα πόδια του συνεπιβάτη, να ανοίξουν παραπάνω από το κανονικό.
Μικροί συμβιβασμοί για να επιτευχθεί η μεγάλη εικόνα, ή αλλιώς, μπρος στα κάλλη τι είναι ο πόνος;
Το πάτημα του κουμπιού της μίζας απελευθερώνει από τις εξατμίσεις ένα δυνατό μεταλλικό ήχο. Η ένταση που απελευθερώνουν τα σιλανσιέ τα κάνει να μοιάζουν aftermarket, εξαφανίζοντας την ανάγκη αλλαγής τους αν χρειάζεστε ζωντανό ήχο.
Μικρή ένσταση για την ποιότητα του σιγαστήρα, του οποίου η «φλογέρα» έχει μεγάλες ανοχές μέσα στο σώμα, δημιουργώντας μεταλλικό ήχο, στο ρελαντί μόνο.
Πρώτη και φύγαμε.
Ο συμπλέκτης παρουσιάζεται σχετικά βαρύς για την ιπποδύναμη του κινητήρα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι χρειάζεται προπόνηση για να χρησιμοποιηθεί. Απλά έχουμε χειριστεί και μαλακότερους.
Με εξαίρεση έναν δισταγμό που μάλλον προέρχεται από φτωχό μίγμα στις στροφές ακριβώς πάνω από το ρελαντί των 1300, ο κινητήρας είναι εύστροφος και ζωντανός με πολύ καλή απόκριση στο γκάζι.
Μέχρι τις 8000, επιταχύνει θετικότατα, μειώνοντας τους ρυθμούς επιτάχυνσης στις 8500, με τον κόφτη να επεμβαίνει στις 9.000. Κραδασμοί εμφανίζονται μετά τις 5.500, κάνοντας τους καθρέπτες να θολώνουν το είδωλό τους.
Ο τρόπος λειτουργίας του κινητήρα, μαζί με το συνολικά μικρό μέγεθος της μοτοσυκλέτας την κάνει γρήγορη στις αντιδράσεις της.
Έτσι, η Gran Milano βάζει αμέσως στην πρίζα τον αναβάτη και σύντομα αυτός θα βρεθεί να κινείται με σπορ τρόπο.
Δύο πράγματα θα χρειαστούν προσοχή, πριν ο αναβάτης αρχίσει να πιέζει τη νέα του μοτοσυκλέτα για να βελτιωθούν κατακόρυφα οι δυνατότητές της.
Πρώτα από όλα πρέπει να φύγουν τα λάστιχα και στη θέση τους να τοποθετηθούν καλά, γνωστά λάστιχα.
Τα συγκεκριμένα παρόλο που η εμφάνισή τους προδιαθέτει για σπορ συμπεριφορά, δεν καταφέρνουν να ζεσταθούν ούτε λειτουργήσουν σωστά, στο δε βρεγμένο γίνονται επικίνδυνα. Προτείνεται άμεση αλλαγή.
Το δεύτερο που χρειάζεται είναι μια αλλαγή λαδιών που θα βοηθήσει το κιβώτιο ταχυτήτων να συνεργαστεί καλύτερα με τις εντολές του αναβάτη.
Στη μοτοσυκλέτα της δοκιμής μας, σε γρήγορες επιταχύνσεις η αλλαγή 1ης σε 2α απαιτούσε πολύ θετική κίνηση για να μην πέσει νεκρά. Μια καλή μάρκα λιπαντικών θα κάνει διαφορά.
Αυτές είναι οι όλες κι όλες οι βασικές αλλαγές που θα χρειαστούν σε μια νέα Gran Milano ώστε να αποδώσει τα μέγιστα. Οπωσδήποτε πολύ λιγότερες από το να στήσεις την οδική συμπεριφορά μιας νέας Café racer που κατασκευάστηκε από ετερόκλιτα ανταλλακτικά.
Να προσθέσουμε ότι κατά πάσα πιθανότητα ο ευτυχής ιδιοκτήτης μπορεί να μη χρειαστεί να πειράξει ιδιαίτερα τα κλικ των αναρτήσεων, μια και η συμπεριφορά τους σε σπορ οδήγηση ήταν ικανοποιητική με τις εργοστασιακές ρυθμίσεις, αν και με σχετικά μεγάλες στατικές τριβές που όμως δεν επηρέασαν τη γενική εικόνα.
Επιπλέον, οι αναρτήσεις παίρνουν 10 στην παράμετρο «εντύπωση προς τους φίλους στην καφετέρια», με το μαύρο χρώμα και τις πλήρεις ρυθμίσεις τους.
Ακόμα καλύτερα ήταν τα φρένα της Gran Milano 440.
Η γνωστή και δοκιμασμένη λύση των Brembo απέδωσε τη σωστή αίσθηση και αξιόλογες επιδόσεις φρεναρίσματος, αν και το πίσω μπλοκάρει λίγο πιο εύκολα από τα γούστα μας.
Όσον αφορά τη συμπεριφορά του πλαισίου και τη γεωμετρία του, η μοτοσυκλέτα είναι ελαφριά και μικρή σε διαστάσεις, κάτι που την κάνει γρήγορη στις αλλαγές κατεύθυνσης, ευέλικτη στην κίνηση και ευαίσθητη στις απότομες κινήσεις. Με απαλές κινήσεις και ένα σετ καλά ελαστικά, η μοτοσυκλέτα θα είναι ασφαλέστατη για σπορ οδήγηση κάθε επιπέδου και τότε οι ρυθμίσεις των αναρτήσεων θα βοηθήσουν περισσότερο τον αναβάτη να φέρει την οδική συμπεριφορά της Gran Milano ακριβώς στα μέτρα του.
Ο κινητήρας έχει περιθώρια δύναμης για χρήση εκτός των τειχών της πόλης και διαδρομές μεγαλύτερες των 150 χιλιομέτρων θα γίνουν δυνατές από την αυτονομία του μεγάλου ντεπόζιτου των 22,5 λίτρων αλλά και τη σχετικά φυσική θέση οδήγησης που δε θα κουράσει ιδιαίτερα (αν και ο συνεπιβάτης θα διαφωνήσει για τη θέση των ποδιών του). Οι κραδασμοί είναι ενοχλητικοί σε ταχύτητες πάνω από 120 χ.α.ώ, οπότε η κίνηση σε ασφαλείς για Εθνική οδό ταχύτητες είναι εφικτή. Προσοχή μόνο στην εμπιστοσύνη προς το λαμπάκι της ρεζέρβας που δεν είναι ιδιαίτερα αξιόπιστο. Προτιμήσαμε να εμπιστευόμαστε τον ολικό χιλιομετρητή για να είμαστε σίγουροι για την αυτονομία μας.
Cafe Racer, factory made & με αξιώσεις
Το παλικάρι στο βενζινάδικο ζήτησε συγγνώμη για τη σταγόνα βενζίνης που έμεινε πάνω στο ντεπόζιτο και βρήκε αμέσως ένα πανί για να το σκουπίσει. «Έχουμε εδώ από πίσω ένα BMW και το φτιάχνουμε σιγά σιγά» μου είπε. «Θέλουμε να το κάνουμε… να, σαν κι αυτό!»
Και κάπως έτσι μορφοποίησε το λόγο ύπαρξης του Gran Milano.
Μιας μοτοσυκλέτας που προσφέρεται σε λογική τιμή, με ένα ζωντανό κινητήρα και καλά περιφερειακά για ανθρώπους που σκέφτονται πολύ σοβαρά την κατασκευή μιας café racer. Με ελάχιστες μετατροπές και λίγες προσεκτικές αλλαγές, η Gran Milano θα βρίσκεται με αξιώσεις έξω από την καφετέρια, μήνες πριν καταφέρει ο φίλος με το χειροποίητο να βάψει το σκελετό του.
Φωτογραφίες κίνησης
https://www2.cityrider.gr/custom-cruisers-swm/item/9558-test-swm-gran-milano-440#sigProId55825a383c
Φωτογραφίες στατικές & λεπτομερειών
https://www2.cityrider.gr/custom-cruisers-swm/item/9558-test-swm-gran-milano-440#sigProIdb6d60c08df
Τεχνικά Χαρακτηριστικά
Κατασκευαστής | SWM Motorcycles S.r.l. | |
Μοντέλο | Gran Milano 440 | |
Αντιπρόσωπος | Delta Motorcycles E.E. | |
Τιμή βασικής έκδοσης | 5980 ευρώ | |
Τιμή έκδοσης δοκιμής | 5.980 ευρώ | |
Εγγύηση | 2 χρόνια | |
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ | ||
Τύπος | Τετράχρονος, μονοκύλινδρος,μονός εκκεντροφόρος, 4 βαλβίδες / κύλινδρο, αερελαιόψυκτος | |
Κυβισμός (κ.εκ.) | 445,3 | |
Διάμετρος x Διαδρομή (χιλ) | 90Χ70 | |
Συμπίεση (:1) | 10 | |
Τροφοδοσία | Ηλεκτρονικός ψεκασμός καυσίμου, διάμετρος αυλού εισαγωγής 36 χιλιοστά | |
Σύστημα εξαγωγής | 2 σε 2 με καταλύτη | |
Λίπανση | ξηρό κάρτερ, αντλία λαδιού | |
Εκκίνηση | Μίζα | |
Συμπλέκτης | Υγρός πολύδισκος μηχανικός | |
Μετάδοση | 5 σχέσεων | |
Πρωτεύουσα μετάδοση | 2,667 | |
1η σχέση | 2,917 | |
2η σχέση | 1,765 | |
|
1,350 | |
4η σχέση | 1,100 | |
5η σχέση | 0,880 | |
6η σχέση | ||
Τελική μετάδοση | Αλυσίδα 16/38 | |
ΠΛΑΙΣΙΟ | ||
Τύπος | Μονό σωληνωτό με υποπλαίσιο δύο σκελών | |
Κάστερ (°) | Δ.Α. | |
Ίχνος (χιλ) | Δ.Α. | |
Μεταξόνιο (χιλ) | 1.410 | |
Ύψος (χιλ) | 1100 | |
Ύψος σέλας (χιλ) | 810 | |
Μήκος (χιλ) | 2066 | |
Πλάτος (χιλ) | 640 | |
Βάρος (kg) | 145 | |
Ρεζερβουάρ/ Ρεζέρβα (λτ) | 22,5 | |
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ | ||
Μπροστά Τύπος / Διαδρομή (χιλ) | Αντεστραμμένο Fastace πλήρως ρυθμιζόμενο 47mm/135mm | |
Πίσω Τύπος / Διαδρομή (χιλ) | 2 Αμορτισέρ χωρίς μοχλισμό, πλήρως ρυθμιζόμενα/100mm | |
Ελαστικά | ||
Μπροστά | 120/70-17 | |
Πίσω | 150/60-17 | |
Φρένα | ||
Φρένα | Δίσκος floating 320mm με ακτινική δαγκάνα 4 εμβόλων | |
Φρένα | Δίσκος 220mm με δαγκάνα 2 εμβόλων | |
ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ | ||
Tαχύμετρο με ολικό χιλιομετρητή, μερικό χιλιομετρητή, προειδοποιητική λυχνία χαμηλής στάθμης καυσίμου, ενδειτική λυχνία χαμηλής πίεσης λαδιού, ένδειξη διαγνωστικού ελέγχου κινητήρα, στροφόμετρο | ||
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ | ||
Ισχύς εργοστασίου (ίπποι/σαλ) | Δ.Α. | |
Ροπή εργοστασίου (Nm/σαλ) | Δ.Α. |